Το χαρτοφυλάκιο
Προκειμένου ο επενδυτής να πραγματοποιήσει μια επένδυση σε μετοχές με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, θα πρέπει, μεταξύ των άλλων που περιελήφθησαν στην ενότητα των αρχαρίων, να λάβει σοβαρά υπόψη του και μία σειρά επιπρόσθετων πραγμάτων.
Ιεράρχηση αναγκών και διαμόρφωση χαρτοφυλακίου
Προκειμένου ο επενδυτής να πραγματοποιήσει μια επένδυση σε μετοχές με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, θα πρέπει, μεταξύ των άλλων που περιελήφθησαν στην ενότητα των αρχαρίων, να λάβει σοβαρά υπόψη του τα παρακάτω:
1. Ο χρονικός ορίζοντας της επένδυσης αποτελεί ένα ιδιαίτερα σοβαρό ζήτημα. Είναι απαραίτητο να σημειωθεί ότι έχει αποδειχθεί με στατιστικά δεδομένα ότι μια επένδυση είναι επωφελής όταν γίνεται με μεσοπρόθεσμη ή μακροπρόθεσμη προοπτική. Γενικός κανόνας είναι να ακολουθούνται οι στόχοι που έχουν αρχικά τεθεί και να αποφεύγονται οι βραχυπρόθεσμες βεβιασμένες κινήσεις (ρευστοποίηση τίτλων και επαναγορά) ανάλογα με τις βραχυπρόθεσμες διακυμάνσεις της αγοράς, που τις περισσότερες φορές συνοδεύονται από ζημιογόνα αποτελέσματα.
Η δυνατότητα εύκολης ρευστοποίησης της μετοχής που προσφέρει η χρηματιστηριακή αγορά, δε σημαίνει ότι ο απλός επενδυτής που δεν ασχολείται επαγγελματικά με την αγορά, μπορεί να αγοράζει και να πουλά καθημερινά μετοχές, προσδοκώντας υψηλές αποδόσεις. Η καθημερινή πραγματοποίηση συναλλαγών (trading) δε θεωρείται επένδυση.
Η καθημερινή αγοραπωλησία μετοχών σύμφωνα με «σίγουρες πληροφορίες» που κάποιος γνωστός παρείχε, όπως η εμπειρία αποδεικνύει, είναι η σίγουρη μέθοδος να απολέσει ο επενδυτής όχι μόνο πιθανές αποδόσεις αλλά και το αρχικό κεφάλαιό του.
Προτιμότερο είναι για τον επενδυτή η προσήλωση στους αρχικούς στόχους της επενδυτικής απόφασης και η υπομονή μέχρι αυτοί να επιτευχθούν.
2. Η επιλογή της κατάλληλης χρονικής στιγμής για αγοραπωλησία μετοχών αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την περαιτέρω εξέλιξη του χαρτοφυλακίου. Όταν ο επενδυτής ξεκινάει να επενδύσει σε μετοχές, δεν κρίνεται συνετό να αγοράσει όλο το χαρτοφυλάκιό του σε περιόδους που λόγω της οικονομικής συγκυρίας οι τιμές έχουν φθάσει σε πολύ υψηλά επίπεδα σχετικά με τα θεμελιώδη μεγέθη των εταιρειών και τις προοπτικές που διαθέτουν. Επίσης, σε περιόδους πτώσης των τιμών ο επενδυτής δεν μπορεί να γνωρίζει ποιο θα είναι το κατώτατο σημείο τιμών για να αγοράσει την κατάλληλη στιγμή.
Σε περιόδους που ο επενδυτής θεωρεί ότι οι μετοχές είναι σε ικανοποιητικές αποτιμήσεις με βάση τα θεμελιώδη μεγέθη τους κρίνεται σκόπιμο να αρχίσει να αγοράζει σιγά-σιγά μετοχές και να διαμορφώνει το χαρτοφυλάκιό του. Σε περιόδους που οι τιμές των μετοχών βρίσκονται σε πτωτική πορεία ο επενδυτής πρέπει ψύχραιμα να προχωρήσει σε επανεκτίμηση των μετοχών που έχει στο χαρτοφυλάκιό του. Αν διαπιστώσει ότι οι μετοχές του αντιπροσωπεύουν υγιείς επιχειρήσεις τότε συνιστάται η διακράτησή τους.
Η διαχρονική πορεία τους σε συνδυασμό με επανεπενδύσεις μερισμάτων και νέων αποταμιευτικών κεφαλαίων, μπορεί να οδηγήσει σε θετικές αποδόσεις. Σε αντίθετη περίπτωση είναι προτιμότερο να προχωρήσει σε αναδιάρθρωση του χαρτοφυλακίου του και να επιλέξει να τοποθετηθεί σε μετοχές εταιρειών με καλύτερες προοπτικές.
3. Η διασπορά του χαρτοφυλακίου αποτελεί έναν έξυπνο και σωστό τρόπο επίτευξης χαμηλότερου κινδύνου και καλύτερης συνολικής απόδοσης του χαρτοφυλακίου. Με ένα διαφοροποιημένο χαρτοφυλάκιο, σε περίπτωση που σημειώνεται πτώση των τιμών σε μία ή περισσότερες μετοχές, ο κίνδυνος περιορίζεται, αφού οι τιμές των υπολοίπων μετοχών πιθανότατα να σημειώνουν την ίδια χρονική στιγμή μικρότερη πτώση ή και άνοδο. Η διασπορά του χαρτοφυλακίου, δηλαδή η επιλογή μετοχών από διαφορετικούς κλάδους, με διαφορετικά χαρακτηριστικά, αποτελεί προϋπόθεση για την προστασία των κεφαλαίων του επενδυτή από τις έντονες διακυμάνσεις της αγοράς και την επίτευξη υψηλότερης απόδοσης.
Η διακράτηση ποικιλίας μετοχών σε ένα χαρτοφυλάκιο ελαχιστοποιεί τους κινδύνους που συνεπάγεται η επένδυση σε κάθε επιμέρους μετοχή χωριστά.
Ο επενδυτής που δε διαθέτει τις αναγκαίες γνώσεις για να κρίνει την οικονομική κατάσταση μιας εταιρείας και που επιθυμεί να διαθέσει ένα μέρος του κεφαλαίου του για επένδυση σε ένα χαρτοφυλάκιο μετοχών, μπορεί να επιλέξει έναν έμμεσο τρόπο επένδυσης σε χαρτοφυλάκιο μετοχικών τίτλων, μέσω μετοχών Εταιρειών Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου ή μεριδίων Αμοιβαίων Κεφαλαίων.
4. Αν και η ψυχολογία του επενδυτή επηρεάζεται ανάλογα από το εκάστοτε κλίμα που επικρατεί στην αγορά δεν πρέπει, παρ’ όλα αυτά, να αποτελεί κυρίαρχο παράγοντα λήψης αποφάσεων. Βιαστικές και λανθασμένες ρευστοποιήσεις σε περιόδους κρίσεων και πτώσης του γενικού δείκτη από τη μία, αλλά και υπέρμετρη τοποθέτηση κεφαλαίων σε περιόδους ανόδου από την άλλη, οδηγούν κατά κανόνα σε μη αποδοτική επένδυση. Η υπομονή, η επιμονή και η ψυχραιμία πρέπει να γίνουν σύντροφοι για τον κάθε επενδυτή που αποφασίζει να τοποθετηθεί στο χρηματιστήριο και να τον χαρακτηρίζουν σε όλη τη διάρκεια της επένδυσής του.
5. Η παροχή συμβουλών και η γενικότερη διαχείριση και παρακολούθηση του χαρτοφυλακίου του επενδυτή από έμπειρα και εξειδικευμένα στελέχη της αγοράς οδηγεί μακροπρόθεσμα σε καλύτερες αποδόσεις. Η παρακολούθηση σε διαρκή βάση της διακύμανσης των τιμών και δεικτών των μετοχών, η αξιολόγηση των εταιρειών με βάση τα θεμελιώδη μεγέθη τους, καθώς και η ενημέρωση για ό,τι συμβαίνει στον ευρύτερο χρηματοοικονομικό χώρο αποτελούν αντικείμενο εργασίας των επαγγελματιών της αγοράς οι οποίοι ασκούν και καθήκοντα επενδυτικών συμβούλων, παρέχοντας συμβουλές στους επενδυτές και τη δυνατότητα για λήψη όσο το δυνατόν πιο ωφέλιμων και αποδοτικών επενδυτικών αποφάσεων.
Οι εταιρίες οι οποίες νομιμοποιούνται να παρέχουν υπηρεσίες διαχείρισης χαρτοφυλακίου, βάσει της άδειάς τους, είναι τα μέλη της Αγοράς Αξιών του Χ.Α. (Α.Χ.Ε.Π.Ε.Υ., Τράπεζες - μέλη της Αγοράς Αξιών του Χ.Α.) και οι Ε.Π.Ε.Υ. (με την προϋπόθεση ότι διαθέτουν τα ίδια κεφάλαια που απαιτούνται και προβλέπεται η δραστηριότητα αυτή στο καταστατικό τους και έχουν λάβει σχετική άδεια λειτουργίας από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς), ενώ οι Ανώνυμες Εταιρείες Λήψης και Διαβίβασης Εντολών (Α.Ε.Λ.Δ.Ε.) νομιμοποιούνται μόνο να διαβιβάζουν τις εντολές των επενδυτών - πελατών τους.
Πως επιλέγουμε χαρτοφυλάκιο;
- Θεμελιώδη μεγέθη επιχείρησης
Ο βασικότερος κανόνας για την επιλογή του χαρτοφυλακίου είναι η επιλογή εταιρειών με αξιόλογα χρηματοοικονομικά μεγέθη. Εταιρείες που παρουσιάζουν αύξηση πωλήσεων και κερδών, αξιόλογα επενδυτικά σχέδια, σωστή αξιοποίηση ιδίων και ξένων κεφαλαίων, δυνατότητες επέκτασης σε νέες αγορές και ανάπτυξη μπορούν να οδηγήσουν τον επενδυτή που θα τοποθετηθεί σε αυτές, σε αξιόλογες χρηματιστηριακές αποδόσεις.
Η συναλλακτική δραστηριότητα μιας μετοχής, δηλαδή η εμπορευσιμότητα, είναι επίσης σημαντικό κριτήριο για την επιλογή του χαρτοφυλακίου. Όσο μεγαλύτερη είναι η εμπορευσιμότητα μιας μετοχής, τόσο πιο εύκολο είναι για τον επενδυτή να αγοράσει ή να πουλήσει τη μετοχή. Η κεφαλαιοποίηση μιας εταιρείας, δηλαδή, το γινόμενο της τιμής της μετοχής επί του συνολικού αριθμού των μετοχών που κυκλοφορούν, είναι επίσης κριτήριο που πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη για την επιλογή των μετοχών. Η υψηλή κεφαλαιοποίηση χαρακτηρίζει συνήθως επιχειρήσεις με υψηλό κύκλο εργασιών και κέρδη, με σχετικά περιορισμένες διακυμάνσεις της χρηματιστηριακής τους τιμής.
- Κλάδος - Κατηγορία
Ένα επιπλέον κριτήριο για την επιλογή μετοχών θεωρείται ο κλάδος και η κατηγορία όπου εντάσσεται μια εταιρεία. Είναι σημαντικό για μια εισηγμένη εταιρεία να κατέχει ηγετική θέση στον κλάδο στον οποίο ανήκει, να αντιπροσωπεύει ισχυρά προϊόντα και μερίδια αγοράς, καθώς και προοπτική δυναμικής αύξησης κερδών στο μέλλον. Ο επενδυτής θα πρέπει να επιδιώκει να έχει πληροφόρηση για τη μακροχρόνια συμπεριφορά της εταιρείας, για το σχεδιασμό της επιχειρηματικής στρατηγικής της και για την υλοποίηση των επενδυτικών προγραμμάτων της.
- Μερισματική απόδοση
Το μέρισμα αποτελεί το τμήμα των κερδών μιας επιχείρησης που διανέμεται στους μετόχους της. Η μερισματική απόδοση είναι το μέρισμα ως ποσοστό της χρηματιστηριακής τιμής της μετοχής, για μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Η υψηλή μερισματική απόδοση μιας μετοχής αποτελεί ένα σημαντικό κριτήριο προκειμένου η μετοχή να επιλεγεί και να συμπεριληφθεί στο χαρτοφυλάκιο του επενδυτή, καθώς αυξάνει τη συνολική απόδοσή του και του παρέχει κίνητρο για την μακροπρόθεσμη διακράτηση της μετοχής.
- Λόγος τιμής προς κέρδη ανά μετοχή (Ρ/Ε)
Ο λόγος της χρηματιστηριακής τιμής μιας μετοχής (Ρ) προς κέρδη ανά μετοχή (Ε) προσδιορίζεται ως η τρέχουσα χρηματιστηριακή τιμή μιας μετοχής προς τα κέρδη ανά μετοχή της τελευταίας απολογιστικής οικονομικής χρήσης. Ουσιαστικά δηλώνει στον επενδυτή τι ποσό ανά μονάδα κερδών πρέπει να καταβάλει για να αποκτήσει τη μετοχή μιας συγκεκριμένης εταιρείας. Εναλλακτικά, δείχνει πόσα χρόνια χρειάζεται ο επενδυτής για να ανακτήσει (χωρίς επανεπένδυσή), το κεφάλαιο που δαπάνησε για την αγορά μίας μετοχής.
Πρέπει να σημειωθεί ότι ο λόγος τιμής προς κέρδη έχει νόημα όταν είναι θετικός και δεν υπολογίζεται όταν η επιχείρηση έχει ζημιές. Επίσης όταν τα κέρδη είναι μηδέν ο ανωτέρω δείκτης ισούται με το άπειρο και δεν υπολογίζεται.
Αυτό όμως δεν είναι απόλυτο. Σε πολλές περιπτώσεις υπάρχουν συγκεκριμένοι αρνητικοί παράγοντες για τους οποίους μια μετοχή διαπραγματεύεται με χαμηλότερο P/E έναντι των υπολοίπων ομοειδών εταιριών.
Μια μετοχή εταιρίας με Ρ/Ε χαμηλότερο από τις άλλες εταιρείες του ίδιου κλάδου και συναφούς αντικειμένου δραστηριότητας, θεωρείται υποτιμημένη, με καλύτερη προοπτική ανόδου της τιμής της και επομένως θεωρείται καλύτερη επενδυτική επιλογή από τις άλλες ομοειδείς επιχειρήσεις.
- Λόγος τιμής προς λογιστική αξία μετοχής (P/BV)
Ο λόγος της χρηματιστηριακής τιμής της μετοχής (Ρ) προς την λογιστική της αξία (BV) εκφράζει πόσο συγκρίσιμη είναι η χρηματιστηριακή τιμή της μετοχής με την πραγματική αξία της όπως προκύπτει από τα ίδια κεφάλαια, δηλαδή την περιουσιακή κατάσταση της επιχείρησης. Όσο μικρότερη είναι η σχέση της χρηματιστηριακής προς τη λογιστική τιμή μιας μετοχής, η μετοχή θεωρείται υποτιμημένη και επομένως καλή επιλογή για το χαρτοφυλάκιο του επενδυτή, χωρίς και πάλι αυτό να είναι απόλυτο και «δεδομένο».