Κατηγοριοποιήσεις, πλεονεκτήματα - μειονεκτήματα των Α/Κ
Στην αναπτυγμένη αγορά των Ηνωμένων Πολιτειών τα Αμοιβαία Κεφάλαια διακρίνονται σε δύο βασικές κατηγορίες: σε Αμοιβαία Κεφάλαια επιβάρυνσης (load funds) και σε Αμοιβαία Κεφάλαια μη επιβάρυνσης (non load funds).
- Είδη Αμοιβαίων Κεφαλαίων
- Κατηγοριοποίηση Αμοιβαίων Κεφαλαίων
- Πλεονεκτήματα και Μειονεκτήματα Αμοιβαίων Κεφαλαίων
- Ποια είναι τα είδη των Αμοιβαίων Κεφαλαίων;
Στην αναπτυγμένη αγορά των Ηνωμένων Πολιτειών τα Αμοιβαία Κεφάλαια διακρίνονται σε δύο βασικές κατηγορίες: σε Αμοιβαία Κεφάλαια επιβάρυνσης (load funds) και σε Αμοιβαία Κεφάλαια μη επιβάρυνσης (non load funds). Στην περίπτωση των Α/Κ επιβάρυνσης η τιμή διάθεσης των μεριδίων είναι ίση με την καθαρή τιμή συν ένα ποσοστό το οποίο ανέρχεται σε 7,5 - 8 % της καθαρής τιμής.
Σε τέτοιες καταστάσεις συνήθως δεν υπάρχει προμήθεια εξαγοράς γεγονός που σημαίνει ότι ο μεριδιούχος μπορεί να εξαγοράσει τα μερίδια του στην καθαρή τιμή.
Από την άλλη μεριά, σε ένα Α/Κ μη επιβάρυνσης δεν υπάρχει προμήθεια αρχικής εισόδου, με αποτέλεσμα τα μερίδια να πωλούνται στην καθαρή τιμή. Σε τέτοιες περιπτώσεις όμως υπάρχει μία μικρή προμήθεια εξαγοράς η οποία δεν ξεπερνά το 1%. Ο διαχωρισμός μεταξύ των δύο κατηγοριών έχει ατονήσει τα τελευταία χρόνια με την είσοδο νέων μεθόδων πώλησης (π.χ. μέσω τηλεφώνου, internet κλπ).
Στα Α/Κ επιβάρυνσης, η αγορά του κατάλληλου Α/Κ γίνεται με τη βοήθεια του συμβούλου ο οποίος διενεργεί σχετική έρευνα αγοράς και αμοίβεται για αυτό. Η αγορά ενός Α/Κ μη επιβάρυνσης γίνεται με ατομική έρευνα αγοράς, χωρίς τον εξειδικευμένο σύμβουλο και η πώληση γίνεται κατ' ευθείαν από την εταιρεία διαχείρισης. Πρέπει να σημειωθεί ότι μεταξύ των ακραίων καταστάσεων της πλήρους επιβάρυνσης (full load) και της μηδενικής επιβάρυνσης υπάρχουν σημαντικά διαφορετικές καταστάσεις.
Η πιο σημαντική είναι τα Α/Κ χαμηλών προμηθειών (low load) τα οποία χρεώνουν μια προμήθεια εισόδου τυπικά γύρω στο 3%. Ορισμένα Α/Κ έχουν καθιερώσει διαχρονικά μειούμενες επιβαρύνσεις πωλήσεων γεγονός που σημαίνει ότι το ποσοστό προμήθειας είναι συνάρτηση των ετών διακράτησης του Α/Κ, π.χ. εάν κάποιος το κρατήσει για ένα χρόνο θα πληρώσει προμήθεια εξαγοράς 5%, εάν όμως το κρατήσει για πέντε χρόνια θα πληρώσει 2%.
Στην ελληνική αγορά των Α/Κ δεν υφίσταται διάκριση Αμοιβαίων Κεφαλαίων επιβάρυνσης και Αμοιβαίων Κεφαλαίων μη επιβάρυνσης.
Τα Α/Κ προωθούνται κυρίως μέσω δύο καναλιών διανομής: των υποκαταστημάτων των τραπεζών και των ασφαλιστικών δικτύων ζωής. Συνήθως οι προμήθειες που χρεώνουν τα τραπεζικά δίκτυα είναι ελαφρά χαμηλότερες από τις αντίστοιχες των ασφαλιστικών δικτύων.
Αυτό είναι ιδιαίτερα έντονο στα μικτά και μετοχικά Α/Κ, όχι όμως στα Α/Κ διαχείρισης διαθεσίμων όπου ο ανταγωνισμός τείνει να εξαφανίσει τις σχετικές προμήθειες.
Ο ίδιος παράγοντας του ανταγωνισμού έχει καταστήσει τις προμήθειες μεταβαλλόμενες και υπό διαπραγμάτευση, εξαρτώμενες από τα ποσά τα οποία επενδύονται.
Στα πλαίσια του ανταγωνισμού αυτού και δεδομένης της μεγέθυνσης του ενεργητικού των Α/Κ αναμένουμε περαιτέρω πτώση των προμηθειών αυτών. Τέλος, ορισμένες ΑΕΔΑΚ διαθέτουν πλέον τα Α/Κ τους χωρίς προμήθεια διάθεσης.
Εκτός από τις προμήθειες εισόδου - εξόδου, όλες οι Εταιρείες Διαχείρισης χρεώνουν μία ετήσια αμοιβή διαχείρισης ως αποζημίωση της επαγγελματικής διαχείρισης που προσφέρουν. Η αμοιβή διαχείρισης τυπικά κυμαίνεται σε ποσοστά 0,5 έως 1% αλλά ορισμένα Α/Κ έχουν προμήθειες που πλησιάζουν το 1,5%.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, υπάρχουν σημαντικές οικονομίες κλίμακας στη διαχείριση των χρηματοπιστωτικών κεφαλαίων, είναι δε προς όφελος των εταιρειών διαχείρισης να επεκτείνουν την προσφερόμενη ποικιλία Α/Κ.
Παρά τη σημαντική μεγέθυνση της αγοράς των Α/Κ στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, ο αριθμός των Α/Κ παραμένει ακόμα σχετικά μικρός και η εξειδίκευση τους περιορισμένη.
Αντίθετα, στις διεθνείς κεφαλαιαγορές, ο αριθμός των Α/Κ ανέρχεται σε μερικές δεκάδες χιλιάδες, ενώ παράλληλα υπάρχει μια σημαντική εξειδίκευση, ούτως ώστε αυτά να καλύπτουν όλες σχεδόν τις ανάγκες των επενδυτών.
Ας δούμε όμως τις βασικές κατηγορίες Α/Κ, οι οποίες είναι γνωστές στις διεθνείς κεφαλαιαγορές (κυρίως στις Η.Π.Α.) και στις οποίες μπορούμε να κατατάξουμε οποιοδήποτε Α/Κ:
1) Αμοιβαία Κεφάλαια χρηματαγοράς (money market funds)
2) Αμοιβαία Κεφάλαια ομολογιών (bond funds)
3) Αφορολόγητα Αμοιβαία Κεφάλαια ομολογιών (tax exempt bond funds)
4) Αμοιβαία Κεφάλαια κοινών μετοχών (common stock funds)
5) Αμοιβαία Κεφάλαια μικτού τύπου (balanced funds)
6) Διεθνή Αμοιβαία Κεφάλαια (international funds)
7) Άλλα Αμοιβαία Κεφάλαια.
Πρέπει να τονίσουμε ότι η κυρίαρχη διαφορά των επιμέρους κατηγοριών των Α/Κ, είναι η διαφορετικότητα στην επιλογή και τη στάθμιση των επί μέρους κινητών αξιών που περιλαμβάνονται στο χαρτοφυλάκιό τους, γεγονός που δημιουργεί διαφορετικότητα στο επίπεδο του κινδύνου που ενσωματώνουν.
Αμοιβαία Κεφάλαια Χρηματαγοράς ή Διαχείρισης Διαθεσίμων.
Τα Α/Κ του τύπου αυτού, έχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά με τις τράπεζες. Είναι η πιο απλή μορφή Α/Κ εισοδήματος και επενδύουν σε βραχυπρόθεσμα χρεόγραφα, τα οποία πωλούνται σε διάφορες χρηματαγορές.
Τα χρεόγραφα τα οποία αγοράζουν, είναι σε γενικές γραμμές τα πιο ασφαλή και ταυτόχρονα έχουν τη μικρότερη χρονική διάρκεια λήξης. Τέτοιου είδους χρεόγραφα είναι κυρίως τα Έντοκα Γραμμάτια του Δημοσίου, τα πιστοποιητικά καταθέσεων μεγάλων τραπεζών και τα εμπορικά γραμμάτια.
Συνοψίζοντας, επισημαίνουμε ότι τα Α/Κ Χρηματαγοράς, προσφέρουν στους επενδυτές:
• ελάχιστο κίνδυνο,
• ασφάλεια και
• ρευστότητα.
Αμοιβαία Κεφάλαια Ομολογιών.
Τα χρήματα τα οποία επενδύονται σε μερίδια Α/Κ χρηματαγοράς, χρησιμοποιούνται για βραχυπρόθεσμα δάνεια, πράγμα που σημαίνει ότι θα αποπληρωθούν σύντομα. Το γεγονός αυτό μας επιτρέπει να χαρακτηρίσουμε την αγορά μεριδίων Α/Κ χρηματαγοράς ως μία επένδυση η οποία έχει μηδενικό σχεδόν κίνδυνο.
Τα χρήματα όμως τα οποία επενδύονται σε μερίδια Α/Κ ομολογιών χρησιμοποιούνται για την αγορά ομολογιών, γεγονός που σημαίνει ότι χρησιμοποιούνται για μακροπρόθεσμα δάνεια τα οποία έχουν εκδοθεί από το κράτος, από δημόσιες εταιρείες ή από μεγάλες ιδιωτικές εταιρείες. Κάθε ομολογία φέρει ένα συγκεκριμένο επιτόκιο, το οποίο πρέπει να πληρωθεί σε κάποιο συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.
Στην ουσία, η αγορά μιας ομολογίας ισοδυναμεί με “κλείδωμα” των χρημάτων με το συγκεκριμένο επιτόκιο για όλη τη διάρκεια ζωής της ομολογίας, η οποία συνήθως κυμαίνεται από 20 έως 30 έτη. Η δέσμευση των χρημάτων για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα αποτελεί μία σημαντική πηγή κινδύνου, ο οποίος, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, ονομάζεται κίνδυνος του επιτοκίου.
Όπως είναι φυσικό, η διακύμανση του επιτοκίου θα οδηγήσει και στη διακύμανση της αγοραίας τιμής της ομολογίας. Εάν τα επιτόκια αυξηθούν ενώ κάποιος έχει ήδη αγοράσει μια ομολογία με συγκεκριμένο επιτόκιο, η τρέχουσα τιμή των παλαιών ομολογιών θα μειωθεί, αφού οι επενδυτές θα μπορούν να αγοράσουν νέες ομολογίες με υψηλότερο επιτόκιο.
Από την άλλη μεριά, εάν τα επιτόκια μειωθούν, η τρέχουσα τιμή των παλαιών ομολογιών θα αυξηθεί. Πρέπει να σημειώσουμε ότι η πρόβλεψη της πορείας των επιτοκίων δεν είναι μια εύκολη υπόθεση, εξαρτάται δε κυρίως από μακροοικονομικούς παράγοντες όπως: τον ρυθμό του πληθωρισμού, τη συναλλαγματική ισοτιμία, τις επενδύσεις, τις εξαγωγές κ.α.
Αυτά που ήδη έχουμε αναφέρει για τις επενδύσεις «σταθερού» εισοδήματος ισχύουν ως ένα βαθμό και για τα Α/Κ ομολογιών, τα οποία δεν είναι τίποτε άλλο από ένας συνδυασμός διαφόρων τύπων μακροπροθέσμων ομολογιών.
Τα Α/Κ ομολογιών έχουν ως σκοπό την παροχή εισοδήματος στους επενδυτές, θεωρούνται δε ως μία επένδυση χαμηλού γενικά κινδύνου. Σε μακροπρόθεσμη βάση είναι πολύ πιθανό να επιτύχουν υψηλότερες αποδόσεις από τα Α/Κ χρηματαγοράς, μπορεί όμως η αγοραία τιμή των μεριδίων των Α/Κ ομολογιών να μειωθεί.
• Α/Κ Ομολογιών Υψηλής Απόδοσης (High Yield Bond Funds.
Μία ειδική κατηγορία Α/Κ ομολογιών, είναι τα Α/Κ ομολογιών υψηλής απόδοσης. Τα Α/Κ της κατηγορίας αυτής διατηρούν τουλάχιστον τα 2/3 των χαρτοφυλακίων τους σε ομολογίες οι οποίες εκδίδονται από ιδιωτικές εταιρείες οι οποίες κατατάσσονται ως χαμηλής πιστοληπτικής ικανότητας από τους κατάλληλους οργανισμούς αξιολόγησης (ΒΑΑ ή χαμηλότερα από την Moody's και ΒΒΒ ή χαμηλότερα από την Standard and Poor's).
Για την επίτευξη υψηλών αποδόσεων, οι επενδυτές πρέπει να αναλάβουν ένα μεγαλύτερο βαθμό κινδύνου ως προς τις ομολογίες υψηλής πιστοληπτικής ικανότητας που είναι πιο ασφαλείς και προσφέρουν χαμηλότερες αποδόσεις
• Αφορολόγητα Α/Κ Ομολογιών
Μία ειδική κατηγορία Α/Κ ομολογιών η οποία είναι ιδιαίτερα δημοφιλής στις Η.Π.Α. αλλά ακόμη δεν έχουν δημιουργηθεί στην Ελλάδα, είναι τα Α/Κ δημοτικών ομολογιών. Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται οι παρακάτω υποκατηγορίες:
• Α/Κ Βραχυπροθέσμων Δημοτικών Ομολογιών (Short Term Municipal Bond Funds)
Τα Α/Κ αυτά, επενδύουν σε δημοτικά χρεόγραφα με μικρή χρονική διάρκεια λήξης και είναι γνωστά και ως Α/Κ χρηματαγοράς απαλλαγμένα από φόρους (Tax - Exempt Money Market Funds).
• Α/Κ Μακροπροθέσμων Δημοτικών Ομολογιών (Long Term Municipal Bond Funds)
Οι επενδύσεις των Α/Κ αυτών είναι ομολογίες των Δήμων της Αμερικής , οι οποίες εκδίδονται για τη χρηματοδότηση σχολείων, νοσοκομείων, αεροδρομίων, γεφυρών, δρόμων και άλλων δημοσίων έργων.
Στις περισσότερες των περιπτώσεων, το εισόδημα που προέρχεται από τα χρεόγραφα αυτά δεν φορολογείται από την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση, αλλά μπορεί να φορολογείται από την πολιτεία και τους τοπικούς νόμους. Για κάποιους φορολογούμενους μέρος των χρημάτων τους που προέρχεται από τα χρεόγραφα αυτά, υπόκεινται στον ελάχιστο εναλλακτικό ομοσπονδιακό φόρο.
• Βραχυπρόθεσμα Πολιτειακά Α/Κ Ομολογιών (State Municipal Bond Funds - Short Term)
Έχουν τα ίδια ακριβώς χαρακτηριστικά με τα αντίστοιχα προαναφερθέντα, εκτός του ότι τα χαρτοφυλάκια τους εμπεριέχουν εκδόσεις μιας μόνο πολιτείας. Ένας κάτοικος μίας τέτοιας πολιτείας έχει το πλεονέκτημα να λαμβάνει αφορολόγητο εισόδημα, τόσο από την Ομοσπονδία, όσο και από την Πολιτεία. Για κάποιους φορολογούμενους, μέρος του εισοδήματος υπόκειται στον ελάχιστο εναλλακτικό ομοσπονδιακό φόρο.
• Μακροπρόθεσμα Πολιτειακά Δημοτικά Α/Κ Ομολογιών (State Municipal Bond Funds - Long Term)
Έχουν τα ίδια ακριβώς χαρακτηριστικά με τα προαναφερθέντα μακροπρόθεσμα Α/Κ δημοτικών ομολογιών, με τη διαφορά ότι τα χαρτοφυλάκια τους εμπεριέχουν εκδόσεις μόνο μίας πολιτείας. Ένας κάτοικος μιας τέτοιας πολιτείας έχει το πλεονέκτημα να λαμβάνει αφορολόγητο εισόδημα, τόσο από την Ομοσπονδία, όσο και από την Πολιτεία. Και σε αυτή την περίπτωση ισχύει ότι για κάποιους φορολογούμενους, μέρος του εισοδήματος υπόκειται στον ελάχιστο εναλλακτικό ομοσπονδιακό φόρο.
Α/Κ Κοινών Μετοχών.
Έχει ήδη αναφερθεί ότι η επένδυση σε μετοχικούς τίτλους περιλαμβάνει υψηλούς κινδύνους, στο βαθμό που δεν υπάρχει ούτε εγγύηση αλλά ούτε και ασφάλεια για το επίπεδο της απόδοσης του συγκεκριμένου περιουσιακού στοιχείου.
Τότε γιατί κάποιος επενδυτής αναλαμβάνει αυτούς τους κινδύνους; Η εξήγηση είναι απλή. Τα Α/Κ τα οποία επενδύουν σε μετοχικούς τίτλους, παρέχουν ίσως τις πιο σημαντικές ευκαιρίες για μεγαλύτερη υπεραξία από οποιοδήποτε άλλο Α/Κ. Η ιστορία των διεθνών κεφαλαιαγορών έχει δείξει ότι μακροπρόθεσμα, οι αποδόσεις σε μετοχικούς τίτλους ήταν (κατά μέσο όρο) αισθητά ανώτερες από τις αντίστοιχες αποδόσεις των τραπεζικών καταθέσεων, των χρεογράφων της χρηματαγοράς και των ομολόγων. Όμως, πολλές φορές οι επενδυτές μετοχικών τίτλων σε μικρά χρονικά διαστήματα έχουν υποστεί σημαντικές απώλειες.
Στο σημείο αυτό πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι η τιμή της μετοχής μιας συγκεκριμένης εταιρείας τείνει να μεταβάλλεται, εξαρτώμενη από την πορεία του κλάδου στον οποίο ανήκει, καθώς επίσης και από τα σχετικά αποτελέσματα της εταιρείας αυτής καθ' εαυτής.
Επιπροσθέτως, η τιμή μιας μετοχής ενδέχεται να επηρεάζεται από τις γενικότερες οικονομικές, κοινωνικές, αλλά και πολιτικές εξελίξεις. Τέλος τα διεθνή γεγονότα και οι ψυχολογικές καταστάσεις που διαμορφώνονται στη χρηματιστηριακή αγορά επηρεάζουν τις τιμές των μετοχών.
Είναι λοιπόν λογικό, τα Α/Κ που περιλαμβάνουν στο χαρτοφυλάκιό τους μετοχικούς τίτλους να υφίστανται πολλές από τις προαναφερθείσες επιδράσεις. Όμως, επειδή ένα Α/Κ διαφοροποιείται κατέχοντας πολλές διαφορετικές μετοχές, οι διακυμάνσεις των τιμών των μεριδίων του είναι ηπιότερες και ο κίνδυνος μικρότερος.
Αξίζει να αναφέρουμε ότι, υπάρχουν διεθνώς πολλοί τύποι μετοχικών Α/Κ, οι οποίοι διακρίνονται ανάλογα με το είδος των μετοχών που περιλαμβάνονται στο χαρτοφυλάκιό τους.
Οι τύποι αυτοί είναι οι εξής:
• επιθετικά υπεραξίας Α/Κ (aggressive growth funds)
• Α/Κ υπεραξίας ή αναπτυξιακά Α/Κ (growth funds)
• Αμοιβαία Κεφάλαια εισοδήματος (income funds)
• Αμοιβαία Κεφάλαια υπεραξίας και εισοδήματος (growth and income funds)
• κλαδικά Αμοιβαία Κεφάλαια (sector funds)
• δεικτοποιημένα Αμοιβαία Κεφάλαια (index funds).
Ας δούμε όμως τις κατηγορίες αυτές πιο αναλυτικά:
• Επιθετικά Υπεραξίας Α/Κ
Τα Α/Κ του τύπου αυτού έχουν ως επενδυτικό σκοπό την επίτευξη μέγιστων κεφαλαιακών κερδών (υπεραξίας), αναλαμβάνοντας ταυτόχρονα υψηλούς επενδυτικούς κινδύνους. Για την επίτευξη υψηλών κεφαλαιακών κερδών επενδύουν σε μετοχές υψηλού κινδύνου όπως: κερδοσκοπικές μετοχές, μετοχές αναπτυσσόμενων εταιρειών, μετοχές εταιρειών οι οποίες περνούν προσωρινά δύσκολες στιγμές κ.λπ. Πολλές φορές τα Α/Κ του τύπου αυτού αυξάνουν τη σχετική τους επικινδυνότητα χρησιμοποιώντας την χρηματοοικονομική μόχλευση ή χρησιμοποιώντας στρατηγικές short selling.
Όπως είναι φυσικό, τα επιθετικά Α/Κ είναι υψηλού κινδύνου με αποτέλεσμα να επιτυγχάνουν σημαντικές αποδόσεις σε ανοδικές αγορές (bull markets) και να υπόκεινται σε ανάλογες απώλειες όταν οι αγορές είναι καθοδικές (bear markets).
Πολλές φορές, τα Α/Κ επιθετικού τύπου τείνουν να συγκεντρώνουν το ενεργητικό τους σε εξειδικευμένους κλάδους όπως: τεχνολογίας, υγείας κ.α. ή σε μετοχές μικρών εταιρειών και μετοχές εταιρειών σημαντικής μεγέθυνσης. Τα επιθετικά Α/Κ υπεραξίας, όπως είναι φυσικό, προσφέρουν χαμηλές μερισματικές αποδόσεις.
Τα Α/Κ του τύπου αυτού προτείνονται και αφορούν επενδυτές με μακροπρόθεσμο ορίζοντα, οι οποίοι δέχονται να αναλάβουν υψηλούς κινδύνους με την προοπτική να αποκομίσουν υψηλές υπεραξίες. Επιπροσθέτως, προτείνονται σε επενδυτές οι οποίοι έχουν την ικανότητα να προβλέπουν την κίνηση της χρηματιστηριακής αγοράς.
Συνοψίζοντας, οι ειδικοί προτείνουν την χρησιμοποίηση των επιθετικών Α/Κ για τον συνδυασμό των παρακάτω στρατηγικών διαχείρισης χαρτοφυλακίων: εάν κάποιος επενδυτής έχει την ικανότητα να προβλέψει τέλεια την κίνηση της αγοράς, τότε προτείνεται όπως επενδύσει το 100% των χρημάτων του σε επιθετικά Α/Κ σε περιόδους ανόδου της χρηματιστηριακής αγοράς και 100% των χρημάτων του σε Α/Κ χρηματαγοράς, σε περιόδους πτώσης των χρηματιστηριακών αγορών.
Εάν η δυνατότητα πρόβλεψης της κίνησης της χρηματιστηριακής αγοράς δεν είναι τέλεια, τότε προτείνονται οι παρακάτω στρατηγικές: Μερική επένδυση σε επιθετικά Α/Κ και το υπόλοιπο σε αναπτυξιακά Α/Κ ή σε μικτά Α/Κ .
• Α/Κ Υπεραξίας
Ο αντικειμενικός σκοπός των Α/Κ υπεραξίας είναι η μακροπρόθεσμη αύξηση των κεφαλαιακών τους κερδών. Όμως, τα Α/Κ του τύπου αυτού, σε αντίθεση με τα επιθετικά, δεν χρησιμοποιούν κερδοσκοπικές τακτικές όπως μόχλευση ή short selling. Τα αναπτυξιακά Α/Κ, όπως είναι φυσικό είναι λιγότερο ευμετάβλητα από τα επιθετικά, στον βαθμό που επιλέγουν μετοχές εταιρειών οι οποίες έχουν καλό παρελθόν, υψηλή κερδοφορία και πολύ καλό όνομα.
Από τα προαναφερθέντα, καθίσταται φανερό ότι τα Α/Κ του τύπου αυτού ενέχουν υψηλό κίνδυνο, απευθύνονται σε επενδυτές οι οποίοι αποβλέπουν σε μακροχρόνια κεφαλαιακά κέρδη και αδιαφορούν σχετικά με τις τρέχουσες μερισματικές αποδόσεις.
• Α/Κ Εισοδήματος.
Τα Αμοιβαία Κεφάλαια εισοδήματος είναι πιο γνωστά ως Α/Κ εισοδήματος από μετοχές (common stock income funds), για λόγους διάκρισης από άλλα Α/Κ τα οποία προσφέρουν και αυτά εισόδημα, αλλά επενδύουν σε άλλα αξιόγραφα.
Το μεγαλύτερο τμήμα του χαρτοφυλακίου των Α/Κ αυτού του τύπου αποτελείται συνήθως από μετοχές εταιρειών οι οποίες διανέμουν το υψηλότερο ποσοστό των κερδών τους με τη μορφή μερισμάτων. Το υπόλοιπο τμήμα του χαρτοφυλακίου τους αποτελείται από προνομιούχες μετοχές και ομολογίες. Είναι προφανές ότι, τα Α/Κ του τύπου αυτού ενέχουν χαμηλότερο κίνδυνο από τα προαναφερθέντα Α/Κ κοινών μετοχών.
• Α/Κ Υπεραξίας και Εισοδήματος
Τα Α/Κ της κατηγορίας αυτής, επενδύουν κυρίως σε κοινές μετοχές εταιρειών οι οποίες έχουν δείξει σημαντικές παρελθούσες αυξήσεις στις τιμές των μετοχών τους, αλλά και ταυτόχρονα μια σταθερή μερισματική πολιτική. Ο τύπος των Α/Κ αυτών, προσπαθεί να συνδυάσει μακροπρόθεσμα κεφαλαιακά κέρδη και ταυτόχρονα μια σταθερή ροή εισοδήματος με τη μορφή μερισμάτων. Γενικά, τα Α/Κ του τύπου αυτού επενδύουν κυρίως σε μετοχές εταιρειών δημοσίων υπηρεσιών (public utilities), σε εταιρικές μετατρέψιμες ομολογίες, καθώς και σε μετατρέψιμες προνομιούχες μετοχές.
• Κλαδικά Α/Κ
Στην κατηγορία των μετοχικών Α/Κ περιλαμβάνονται ορισμένα Α/Κ τα οποία εξειδικεύονται σε συγκεκριμένους κλάδους όπως ενέργεια, τεχνολογία, υγεία κ.α. Τελευταία, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν Α/Κ τα οποία επενδύουν σε κλάδους όπως βιοτεχνολογία, σε οικολογικά προϊόντα κ.λπ.
• Δεικτοποιημένα Αμοιβαία Κεφάλαια (Index Funds)
Τα Δεικτοποιημένα αμοιβαία κεφάλαια (Index Funds) είναι μία νέα μορφή επενδυτικών κεφαλαίων ανοικτού τύπου, τα οποία, όπως προδίδει η ονομασία τους, προσπαθούν να «μιμηθούν» τη συμπεριφορά ορισμένων δεικτών.
Αυτό επιτυγχάνεται μέσω της σύνθεσης του χαρτοφυλακίου τους, δεδομένου ότι οι μετοχές που έχουν αγοραστεί και αποτελούν την περιουσία τους (ενεργητικό τους) επιλέγονται μεταξύ εκείνων που απαρτίζουν τον δείκτη τον οποίο προσπαθούν να ακολουθήσουν. Μάλιστα, τα ποσοστά συμμετοχής των μετοχών είναι τέτοια που να εξασφαλίζουν ότι, σε καθημερινή βάση, η μεταβολή της αξίας του μεριδίου τους θα είναι ανάλογη της μεταβολής του δείκτη αναφοράς.
Τα Index Funds πρέπει να επενδύουν ποσοστό τουλάχιστον 95% του καθαρού ενεργητικού τους σε μετοχές οι οποίες περιλαμβάνονται στο συγκεκριμένο χρηματιστηριακό δείκτη.
Η τεχνική της δεικτοποίησης χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1971 από τα συνταξιοδοτικά ιδρύματα, ενώ το 1976 εφαρμόστηκε στα Α/Κ της αγοράς των Η.Π.Α. το πρώτο Index Fund κατασκευάστηκε για να ακολουθεί την πορεία του δείκτη S&P 500.
Στη συνέχεια, οι ανάγκες της αγοράς οδήγησαν στην δημιουργία Index Funds που επενδύουν σε διεθνείς δείκτες. Το 1986 η τεχνική της δεικτοποίησης επεκτάθηκε και στις ομολογίες με ένα Index Fund που βασιζόταν στον Aggregate Bond Index της Lehman Brothers.
Τα δεικτοποιημένα αμοιβαία κεφάλαια συνεχώς κερδίζουν έδαφος στις προτιμήσεις των επενδυτών και εξελίσσονται ακολουθώντας δείκτες που στηρίζονται σε μέταλλα, εταιρείες φυσικού αερίου, έργα τέχνης και άλλα πρωτότυπα προϊόντα.
Στην Ελλάδα επετράπη η λειτουργία τους με το νόμο 3283/2004 και ο θεσμός είναι ακόμα περιορισμένος συγκριτικά με τις διεθνείς αγορές.
Ωστόσο, σταδιακά γίνονται προσπάθειες από ορισμένες ΑΕΔΑΚ (Eurobank, Alpha, Alico, Π&K) οι οποίες προχωρούν στην δημιουργία δεικτοποιημένων Α/Κ που ακολουθούν τον FTSE/ASE-20, τον S&P100 καθώς και άλλους δείκτες.
Τα Index Funds αποτελούν Α/Κ Παθητικής Διαχείρισης. Από τη στιγμή που θα συγκροτηθούν απαιτούν μικρή διαχειριστική προσπάθεια δεδομένου ότι ο ρόλος του διαχειριστή περιορίζεται σε δύο βασικές αποφάσεις. Οι αποφάσεις αυτές αφορούν, πρώτον, το ποιες μετοχές θα ενταχθούν στο χαρτοφυλάκιο και, δεύτερον, σε τι ποσοστό συμμετοχής.
Και τα δύο αυτά πεδία είναι προαποφασισμένα στην περίπτωση ενός Index Fund, αφού το ποιες μετοχές θα επιλεγούν το καθορίζει ο δείκτης αναφοράς, ενώ το ποσοστό συμμετοχής τους είναι ανάλογο της συμμετοχής κάθε μετοχής στη συνολική κεφαλαιοποίηση (χρηματιστηριακή αξία) των εισηγμένων στο Χρηματιστήριο επιχειρήσεων.
Λόγω της παθητικής διαχείρισής τους, τα Index Funds διεθνώς βαρύνουν τους επενδυτές με ιδιαίτερα χαμηλές προμήθειες, σε σύγκριση με εκείνες των περισσοτέρων από τα υπόλοιπα Α/Κ. Η παράμετρος αυτή, σε συνδυασμό με την αντιστάθμιση του κινδύνου που επιτυγχάνεται λόγω της διαφοροποίησης, κάνουν αυτά τα προϊόντα πολύ ελκυστικά για τους επενδυτές. Όσον αφορά την απόδοση, για ένα Index Fund που ακολουθεί τον Γενικό Δείκτη του χρηματιστηρίου, η τύχη του είναι απόλυτα συνδεδεμένη με τη γενική πορεία του Χρηματιστηρίου.
Οι διορθωτικές επεμβάσεις που γίνονται από τις επιλογές της διαχείρισης του αμοιβαίου δεν παίζουν ρόλο σε αυτή την περίπτωση, ανεξάρτητα αν μπορούν να οδηγήσουν και σε αποδόσεις καλύτερες από αυτές του γενικού δείκτη. Δηλαδή, ο επενδυτής που θα αγοράσει μερίδια αμοιβαίων δείκτη δεν έχει να αναρωτηθεί αν ο διαχειριστής του αμοιβαίου που διάλεξε θα κάνει καλά τη δουλειά του.
Ωστόσο, τα Index Funds παρουσιάζουν και ορισμένα μειονεκτήματα, όπως η απουσία εγγυημένου κεφαλαίου ή απόδοσης, καθώς και η δυσκολία τους να ακολουθήσουν τον δείκτη αναφοράς σε περιόδους υψηλών διακυμάνσεων της αγοράς.
* Funds of Funds
Τα Funds of Funds ξεκίνησαν από τις Η.Π.Α. στα τέλη της δεκαετίας του εξήντα, αλλά παρουσίασαν µεγάλη ανάπτυξη µέσα στη δεκαετία του ενενήντα, όπου και εµφανίσθηκαν στην Ευρώπη, µε µεγαλύτερη συγκέντρωση στην Μ.Βρετανία και στην Αυστρία. Η λειτουργία αυτής της νέας κατηγορίας Α/Κ, που είναι αρκετά δημοφιλής στο εξωτερικό, επετράπη στην Ελλάδα με το νόμο 3283/2004 που ενσωμάτωσε στην ελληνική νομοθεσία τις νέες Οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα Αμοιβαία Κεφάλαια, σημειώνει επιτυχία και έχει κινήσει το ενδιαφέρον των επενδυτών.
Με τα FoF παρέχεται η δυνατότητα στις ΑΕΔΑΚ να δημιουργήσουν ολοκληρωμένα χαρτοφυλάκια A/K που επενδύουν σε άλλα αμοιβαία. Υπάρχουν διαφορετικές κατηγορίες επενδυτικής στρατηγικής και ο επενδυτής μπορεί να διαλέξει από το πλέον συντηρητικό έως το πλέον επιθετικό, ανάλογα με το κίνδυνο που είναι διατεθειμένος να αναλάβει.
Αντί λοιπόν ο επενδυτής να αγοράζει διαφορετικά αμοιβαία για να συνθέσει το δικό του χαρτοφυλάκιο ανάλογα με το επενδυτικό του προφίλ και τους στόχους του, μπορεί να αγοράσει μερίδια του παραπάνω αμοιβαίου.
Τα FoF, όπως και τα κοινά A/K, κατηγοριοποιούνται ανάλογα µε τον τύπο και την µορφή των funds που επενδύουν. Μπορούµε να τα διαχωρίσουµε σε μετοχικά, σε οµολογιακά, και σε µικτά Funds of Funds. Ανάλογα µε την γεωγραφική κατανοµή του ενεργητικού τους, τα δαχωρίζουμε σε Funds of Funds Εσωτερικού και Εξωτερικού.
Ο στόχος του διαχειριστή ενός FoF είναι να επιλέγει τα καλύτερα αμοιβαία κεφάλαια που διατίθενται τόσο στην ελληνική όσο και στις διεθνείς αγορές. H επιλογή γίνεται με μηχανισμούς που εξετάζουν κριτήρια όπως είναι η απόδοση, οι ικανότητες των διαχειριστών, η συνέπεια των αποδόσεων, η συσχέτιση των διαχειριστών με άλλους διαχειριστές της αγοράς και η συσχέτιση των διαχειριστών με την αγορά.
Επιπλέον, τα FoF αποτελούν ένα επενδυτικό προϊόν ενεργητικής διαχείρισης. Συνεπώς, οι επενδυτικοί στόχοι είναι κοινοί με αυτούς των συμβατικών Α/Κ που ακολουθούν ενεργητική διαχείριση, όπως είναι η επίτευξη µεγαλύτερων αποδόσεων σε σχέση µε την αγορά ή κάποιο δείκτη αναφοράς, ο εντοπισµός υποτιµηµένων χρεογράφων και τοµέων της χρηµαταγοράς, ο εντοπισµός ανισορροπιών στις αγορές συναλλάγµατος και χρεογράφων καθώς και η πρόβλεψη των μελλοντικών τάσεων της χρηµαταγοράς. Απώτερος σκοπός είναι πάντα να επιτευχθεί ο καλύτερος συνδυασμός απόδοσης-κινδύνου.
Συγκριτικά με τα παραδοσιακά Α/Κ, τα FoF προσφέρουν στον επενδυτή σημαντικά πλεονεκτήματα όπως :
• Μεγαλύτερη διαφοροποίηση
• Χαµηλότερα επίπεδα επενδυτικού κινδύνου
• Σταθερότερες αποδόσεις
• Μεγαλύτερη πρόσβαση σε έµπειρους διαχειριστές
• Μεγαλύτερη ρευστότητα
• Δυνατότητα επένδυσης σε µια µεγαλύτερη ποικιλία A/K
• Επένδυση σε ένα προϊόν το οποίο έχει βαθµολογηθεί από αξιόπιστους οίκους του εξωτερικού.
Είναι, λοιπόν, εμφανές ότι πλεονεκτούν τόσο στον περιορισμό του επενδυτικού κινδύνου όσο και στην ποιότητα της διαχείρισης. Ο κίνδυνος που αναλαμβάνει ένα FoF επιμερίζεται σε πολλά αμοιβαία κεφάλαια, που και αυτά από τη φύση τους ασκούν ενεργή διαχείριση κινδύνου.
Από την πλευρά του ο επενδυτής δεν απαιτείται να κάνει κινήσεις, όπως θα έκανε αν είχε συνθέσει ο ίδιος ένα αντίστοιχο χαρτοφυλάκιο και δεν απαιτείται να διαθέτει εξειδικευμένες γνώσεις. Το μόνο που παρατηρεί είναι η μεταβολή τις τιμής του FoF και όχι των μεμονωμένων στοιχείων που το απαρτίζουν. Συνεπώς, επιτυγχάνει επαγγελματική διαχείριση, μεγαλύτερη διασπορά του κινδύνου και εύκολη παρακολούθηση της επένδυσής του, με χαμηλότερο διαχειριστικό κόστος.
Εντούτοις, τα FoF παρουσιάζουν και κάποια μειονεκτήματα όπως:
• Υψηλότερα κόστη (λόγω κόστους υποκείµενων Α/Κ)
• ?υσκολία στην παρακολούθηση του συνολικού αριθµού των µεµονωµένων αξιόγραφων του χαρτοφυλακίου
• Έλεγχος εξάρτησης (correlation) από Αγορές
• Μικρός αριθμός FoF στην Ελλάδα , περιορισμένες επιλογές
Α/Κ Μικτού Τύπου
Η βασική αρχή ότι η διαφοροποίηση ελαχιστοποιεί τον κίνδυνο βρίσκει την πιο κατάλληλη εφαρμογή της στα Α/Κ μικτού τύπου. Το χαρτοφυλάκιο των Α/Κ του τύπου αυτού, περιλαμβάνει ισόρροπα κοινές και προνομιούχες μετοχές, ομόλογα και ομολογίες, απευθύνεται δε σε συντηρητικούς κατά βάση επενδυτές.
Τα Α/Κ του τύπου αυτού έχουν δύο κυρίως επενδυτικούς σκοπούς:
α) να διατηρήσουν το αρχικό κεφάλαιο του επενδυτή και
β) να συμβάλλουν αποφασιστικά στη μακροπρόθεσμη αύξηση, τόσο του αρχικού κεφαλαίου του επενδυτή όσο και του εισοδήματος του.
Διεθνικά Α/Κ
Στην κατηγορία αυτή, διακρίνουμε δύο υποκατηγορίες:
α) τα διεθνικά Α/Κ ομολογιών και
β) τα διεθνικά Α/Κ μετοχικών τίτλων.
Τα Α/Κ της πρώτης υποκατηγορίας στοχεύουν στην επένδυση σε χρεόγραφα, τα οποία εκδίδονται και διαπραγματεύονται σε πολλές χώρες του κόσμου. Τα διεθνικά Α/Κ μετοχικών τίτλων επενδύουν σε μετοχές, οι οποίες διαπραγματεύονται στα διάφορα χρηματιστήρια του κόσμου.
Οι διαχειριστές των Α/Κ αυτών επιτυγχάνουν με αυτό τον τρόπο διεθνική διαφοροποίηση, παρά το γεγονός ότι στο χαρτοφυλάκιο αυτό ενσωματώνονται δύο επιπρόσθετοι κίνδυνοι: ο συναλλαγματικός και ο πολιτικός κίνδυνος.
Άλλου τύπου Αμοιβαία Κεφάλαια
• Α/Κ Κτηματικών Ομολογιών
Τα Α/Κ αυτά επενδύουν σε κτηματικά χρεόγραφα.
• Ευέλικτα Α/Κ (Flexible Portfolio Funds)
Μια ενδιαφέρουσα κατηγορία Α/Κ είναι τα ευέλικτα Α/Κ τα οποία προσφέρουν στους διαχειριστές τους τη μέγιστη ευελιξία διάρθρωσης και διαχείρισης του χαρτοφυλακίου τους. χωρίς θεσμικούς ή άλλους περιορισμούς.
• Αμοιβαία Κεφάλαια Πολυτίμων Μετάλλων (Precious Metals Funds)
Τα εξειδικευμένα αυτά Α/Κ επενδύουν σε πολύτιμα μέταλλα όπως ο χρυσός ή ο άργυρος, αλλά και σε μετοχές εκμετάλλευσης ορυχείων των μετάλλων αυτών. Πολλά από αυτά τα Α/Κ περιορίζουν γεωγραφικά τις επενδύσεις τους συγκεντρώνοντας τες σε χώρες όπως η Νότια Αφρική ή η Βόρεια Αμερική, ενώ άλλα επενδύουν σε ολόκληρο τον κόσμο. Αξίζει να σημειώσουμε ότι οι συντελεστές συστηματικού κινδύνου των Α/Κ αυτών είναι πολύ χαμηλοί.
Το γεγονός αυτό οφείλεται στη χαμηλή συσχέτιση των αποδόσεων των μετοχών των εταιρειών εκμετάλλευσης πολυτίμων μετάλλων με τις μετοχές του Dow Jones ή του S&P.
- Πως κατηγοριοποιούνται τα Αμοιβαία Κεφάλαια;
Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς στα πλαίσια της καλύτερης κατανόησης του θεσμού των Αμοιβαίων Κεφαλαίων από το ευρύ επενδυτικό κοινό και της ελαχιστοποίησης της αυθαιρεσίας στην ονομασία των Αμοιβαίων Κεφαλαίων προέβη, στις 9/07/96, στην ονοματολογική κατάταξη των Α/Κ.
Οι εταιρείες διαχείρισης υποχρεώθηκαν στην προσαρμογή του ονόματος των Α/Κ στη νέα ονοματολογία και την αλλαγή των ενημερωτικών τους δελτίων. Σήμερα η συγκεκριμένη κατηγοριοποίηση και ονοματολογία των Α/Κ θεωρείται ξεπερασμένη από τις ταχύτατες εξελίξεις που έλαβαν μέρος στις εγχώριες και διεθνείς αγορές χρήματος και κεφαλαίου αλλά και από την είσοδο του ευρώ στην χώρα μας.
Mε νέο νόµο για τις Ανώνυµες εταιρίες διαχείρισης αµοιβαίων κεφαλαίων, οργανισµούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες» αντικαθίστανται συνολικά οι παλαιότερες διατάξεις που αφορούν τις ΑΕΔΑΚ και τα αµοιβαία κεφάλαια και ενσωµατώνονται στην Ελληνική Νοµοθεσία οδηγίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Μερικά από τα πιο σηµαντικά θέµατα που εισάγει ο Νόµος είναι:
α) Η διεύρυνση των δραστηριοτήτων των ΑΕΔΑΚ όπου επιτρέπεται η διαχείριση ατοµικών χαρτοφυλακίων ιδιωτών αλλά και κεφαλαίων των συνταξιοδοτικών ταµείων.
β) Η νέα κατηγοριοποίηση των Α/Κ όπου καταργείται η κατηγορία των διεθνών Α/Κ και τα Α/Κ ειδικού τύπου. Επιπλέον απαγορεύεται στα Α/Κ διαχείρισης διαθεσίµων να επενδύουν σε µετοχικούς τίτλους και τίθενται πλέον ανώτατα-κατώτατα όρια στις επενδύσεις των µικτών Α/Κ σε µετοχικούς τίτλους (10-65%).
γ) Η µεγαλύτερη διαφάνεια και ενηµέρωση των µεριδιούχων, αφού πλέον θα αναφέρονται ρητά οι κάθε είδους προµήθειες, αµοιβές και έξοδα που βαρύνουν το Α/Κ. Επιπλέον καθιερώνεται το απλοποιηµένο ενηµερωτικό δελτίο.
δ) Η αυξηµένη δυνατότητα ανάπτυξης νέων προϊόντων στα Χαρτοφυλάκια των Α/Κ όπως: futures, swaps, προθεσµιακά συµβόλαια επιτοκίου (FRA's), κλπ. Επιπλέον παρέχεται η δυνατότητα ανάπτυξης νέων προϊόντων που µε το ισχύον θεσµικό πλαίσιο δεν ήταν επιτρεπτή. Ενδεικτικά αναφέρονται: τα χρηµατιστηριακώς διαπραγµατεύσιµα Α/Κ (Exchaπge Traded Fuπds), τα εξειδικευµένα Α/Κ που επενδύουν σε άλλα Α/Κ (Fuπds of Fuπds), τα Α/Κ που αναπαράγουν την σύνθεση χρηµατιστηριακών δεικτών µετοχών ή οµολόγων (lπdex Fuπds) και τα Α/Κ ακίνητης περιουσίας (Rea! Estate Fuπds).
- Ποια τα πλεονεκτήματα των Αμοιβαίων Κεφαλαίων;
Ο θεσμός των Α/Κ έχει γνωρίσει τεράστια επιτυχία στις αναπτυγμένες κεφαλαιαγορές αλλά σημαντικά μικρότερη στην Ελλάδα.
Η επιτυχημένη πορεία των Α/Κ παγκοσμίως οφείλεται αποκλειστικά στα σημαντικά πλεονεκτήματα τα οποία προσφέρουν στο ευρύ επενδυτικό κοινό, τα κυριότερα των οποίων είναι:
• συνεχής επαγγελματική διαχείριση των χρημάτων των επενδυτών (professional management),
• ελαχιστοποίηση του κινδύνου μέσω της διαφοροποίησης των επενδύσεων (diversification),
• επιπρόσθετη μείωση του κινδύνου μέσω της διεθνούς διαφοροποίησης (international diversification),
• πρόσβαση σε επαγγελματική διαχείριση με μικρό αρχικό κεφάλαιο,
• άμεση ρευστότητα (liquidity),
• απλουστευμένες διαδικασίες παρακολούθησης της εξέλιξης της επένδυσης και
• μεταφορά των χρημάτων από το ένα Αμοιβαίο Κεφάλαιο σε άλλο της ίδιας οικογένειας με ελάχιστο ή μηδενικό κόστος.
Συνεχής Επαγγελματική Διαχείριση των Χρημάτων των Επενδυτών
Ένα από τα σημαντικότερα πλεονεκτήματα που προσφέρουν τα Α/Κ στους επενδυτές, είναι η ύπαρξη συνεχούς επαγγελματικής διαχείρισης των χρημάτων τους. Οι διαχειριστές των Α/Κ είναι εξειδικευμένα στελέχη με σημαντική πείρα στην επιλογή και διαχείριση των επενδύσεων και ως εκ τούτου οι επενδυτές απαλλάσσονται από το άγχος της συνεχούς παρακολούθησης των εξελίξεων.
Τα στελέχη αυτά εργάζονται για το συμφέρον των επενδυτών. Οι διαχειριστές των Α/Κ επιλέγουν τα συγκεκριμένα αξιόγραφα τα οποία πρέπει να αγορασθούν την κατάλληλη χρονική στιγμή, καθώς και τα ποσοστά κάθε κατηγορίας αξιογράφων που θα περιληφθούν στο χαρτοφυλάκιό τους.
Ελαχιστοποίηση του Κινδύνου μέσω της Διαφοροποίησης των Επενδύσεων
Ένα από τα σημαντικότερα πλεονεκτήματα που προσφέρουν τα Α/Κ είναι η ελαχιστοποίηση του επενδυτικού κινδύνου, η οποία επιτυγχάνεται με την ταυτόχρονη επένδυση σε διαφορετικά αξιόγραφα.
Είναι γνωστό ότι ο επενδυτικός κίνδυνος ενός περιουσιακού στοιχείου μπορεί να μετρηθεί σε όρους μεταβλητικότητας (τυπική απόκλιση) των αποδόσεών του. Όσο μεγαλύτερη είναι η μεταβλητικότητα των αποδόσεων ενός περιουσιακού στοιχείου, τόσο μεγαλύτερος είναι και ο επενδυτικός του κίνδυνος.
Όπως ήδη έχει αναφερθεί, η σύγχρονη θεωρία του χαρτοφυλακίου υποστηρίζει ότι, ο συνολικός κίνδυνος μιας μεμονωμένης επένδυσης μπορεί να διαχωριστεί σε δύο επί μέρους:
• στον συστηματικό κίνδυνο ή κίνδυνο αγοράς και
• στον μη-συστηματικό ή ειδικό κίνδυνο.
Σύγχρονες μελέτες επισημαίνουν ότι ο συνολικός κίνδυνος μιας μετοχής αποτελείται κατά μέσο όρο κατά 30% από συστηματικό κίνδυνο και κατά 70% από μη-συστηματικό κίνδυνο. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι το 30% της συνολικής μεταβλητικότητας της τιμής μιας μετοχής οφείλεται στη μεταβλητικότητα της χρηματιστηριακής αγοράς, ενώ το υπόλοιπο 70% οφείλεται σε παράγοντες που σχετίζονται με την εταιρεία αυτή καθ’εαυτή.
Το γεγονός αυτό έχει σημαντικές επιπτώσεις αφού ο μη-συστηματικός κίνδυνος μπορεί να εξαλειφθεί με την κατασκευή αποτελεσματικών χαρτοφυλακίων.
Στο βαθμό που ο μη-συστηματικός κίνδυνος δεν αμείβεται από την αγορά, οι κάτοχοι καλά διαφοροποιημένων χαρτοφυλακίων θα επιτύχουν αποδόσεις οι οποίες θα αντιστοιχούν σε αποδόσεις περιουσιακών στοιχείων υψηλού κινδύνου, ενώ ταυτόχρονα αναλαμβάνουν μόνον το 1/3 του αντίστοιχου κινδύνου.
Η εμπειρία των αναλύσεων των διεθνών Α/Κ αποκαλύπτει ότι τα Α/Κ μέσω της αποτελεσματικής διαφοροποίησης, μειώνουν τον μη-συστηματικό κίνδυνο του χαρτοφυλακίου τους από 70 σε 15%. Αντίθετα, ένας ιδιώτης ο οποίος κατέχει μια μεμονωμένη μετοχή συγκεκριμένου επιπέδου κινδύνου, αναλαμβάνει τρεις φορές υψηλότερο κίνδυνο από έναν άλλο επενδυτή, ο οποίος κατέχει ένα καλά διαφοροποιημένο χαρτοφυλάκιο, το οποίο αποτελείται από μετοχές του ιδίου επιπέδου κινδύνου.
Επιπρόσθετη Mείωση του Kινδύνου μέσω της Διεθνούς Διαφοροποίησης
Η δυνατότητα διεθνούς διαφοροποίησης των επενδύσεων των Α/Κ αποτελεί ένα ακόμη σημαντικό πλεονέκτημα που προσφέρουν αυτά στους μεριδιούχους τους. Ο λόγος είναι διττός. Κατ' αρχάς, είναι γνωστό ότι μέσω της επένδυσης σε διεθνή χρηματιστήρια επιτυγχάνεται επιπρόσθετη μείωση του κινδύνου, λόγω της διεθνούς διαφοροποίησης.
Διεθνείς μελέτες έχουν δείξει ότι μέσω της διεθνούς διαφοροποίησης, επιτυγχάνεται επιπρόσθετη μείωση του κινδύνου κατά 33% ως προς την αντίστοιχη εγχώρια.
Επιπροσθέτως, οι Έλληνες επενδυτές αγοράζοντας διεθνικά ή διεθνή Α/Κ στην Ελλάδα, στην ουσία έχουν επενδύσει σε μετοχές και ομολογίες γιγαντιαίων επιχειρήσεων, οι οποίες διαπραγματεύονται στα διεθνή χρηματιστήρια της Νέας Υόρκης, του Τόκυο, του Λονδίνου, της Γενεύης, της Φρανκφούρτης και αλλού.
Πρόσβαση σε Επαγγελματική Διαχείριση με Μικρό Αρχικό Κεφάλαιο.
Είναι γνωστό ότι τα Αμοιβαία Κεφάλαια είναι η κατάλληλη επένδυση για επενδυτές μικρών και μεσαίων οικονομικών δυνατοτήτων. Ο λόγος είναι ότι η επένδυση σε Α/Κ προσφέρει πρόσβαση σε υψηλής ποιότητας τεχνογνωσία και επαγγελματική διαχείριση με ελάχιστο ποσό χρημάτων.
Σήμερα υπάρχουν στην Ελλάδα Αμοιβαία Κεφάλαια που με συνολικό κεφάλαιο 150 ευρώ παρέχουν τη δυνατότητα στο επενδυτικό κοινό να έχει πρόσβαση στις εγχώριες και διεθνείς αγορές χρήματος και κεφαλαίου. Αξίζει να τονισθεί ότι, για αυτό το επίπεδο καταθέσεων, οι περισσότερες τράπεζες δεν παρέχουν ούτε τόκο.
Άμεση Ρευστότητα
Ένα άλλο σημαντικό πλεονέκτημα που προσφέρει ο θεσμός των Α/Κ στους επενδυτές είναι η ρευστότητα. Ρευστότητα σημαίνει να μπορείς να τοποθετήσεις τα χρήματά σου σε μία επένδυση και να μπορείς να τα αποσύρεις εύκολα, γρήγορα και χωρίς ποινή. Επιπλέον, μία επένδυση θεωρείται εύκολα ρευστοποιήσιμη όταν η ικανότητα της να αγορασθεί ή να πωληθεί είναι υψηλή. Με την έννοια αυτή η επένδυση σε μερίδια Α/Κ είναι μία εύκολα ρευστοποιήσιμη επένδυση.
Πρέπει να σημειώσουμε ότι, δεν υπάρχει ελάχιστο χρονικό όριο πώλησης των μεριδίων. Βάσει του ισχύοντος νόμου, η εξαγορά των μεριδίων μπορεί να γίνει ανά πάσα στιγμή κατόπιν αίτησης του μεριδιούχου στην τιμή εξαγοράς της επόμενης εργάσιμης ημέρας από τη λήψη της αίτησης. Το αντίτιμο καταβάλλεται στο δικαιούχο εντός του διαστήματος των πέντε εργάσιμων ημερών.
Απλουστευμένες Διαδικασίες Παρακολούθησης της Εξέλιξης της Επένδυσης
Ένα πολύ σημαντικό πλεονέκτημα της επένδυσης σε μερίδια Α/Κ είναι η ευκολία παρακολούθησης της εξέλιξης των χρημάτων που έχουν επενδυθεί σε αυτά. Μετά το κλείσιμο του χρηματιστηρίου, υπολογίζονται οι καθαρές τιμές, οι τιμές εξαγοράς και οι τιμές διάθεσης των μεριδίων των Α/Κ. Οι τιμές αυτές δημοσιεύονται την μεθεπόμενη ημέρα σε όλες τις οικονομικές αλλά και τις πολιτικές εφημερίδες.
Ως εκ τούτου, ο μεριδιούχος ενός Α/Κ για να υπολογίσει τη συνολική αξία των χρημάτων του αρκεί να πολλαπλασιάσει τον αριθμό των μεριδίων που κατέχει επί την τιμή εξαγοράς του κάθε μεριδίου.
Από την άλλη μεριά, φαντασθείτε έναν επενδυτή του οποίου το χαρτοφυλάκιο περιλαμβάνει 20 με 30 μετοχές. Τα προβλήματα αλλά και τα κόστη παρακολούθησης της πορείας των αξιογράφων αυτών είναι σημαντικά. Όλα αυτά τα προβλήματα επιλογής και παρακολούθησης των αξιογράφων αντιμετωπίζονται επενδύοντας σε μερίδια Α/Κ.
Επιπλέον η ΑΕΔΑΚ αναλαμβάνοντας όλες τις γραφειοκρατικές διαδικασίες που αφορούν τα αξιόγραφα (είσπραξη τόκων, μερισμάτων, διανομή δωρεάν μετοχών κ.λπ.) διευκολύνει σημαντικά τον επενδυτή.
Μεταφορά των Χρημάτων από το ένα Αμοιβαίο Κεφάλαιο σε άλλο της ιδίας Οικογένειας με Ελάχιστο ή Μηδαμινό Κόστος.
Η εξάπλωση των Αμοιβαίων Κεφαλαίων δημιούργησε την ανάγκη ύπαρξης “οικογένειας” Αμοιβαίων Κεφαλαίων. Η προσφορά εναλλακτικών Αμοιβαίων Κεφαλαίων στον επενδυτή είναι ιδιαίτερης σπουδαιότητας στο βαθμό που προσφέρει στον μεριδιούχο δύο επιπλέον δυνατότητες:
1. να εκμεταλλευθεί αποτελεσματικά τις επικρατούσες συνθήκες στις αγορές χρήματος και κεφαλαίου π.χ. σε μια περίοδο οικονομικής στασιμότητας να μεταφέρει τα χρήματά του σε Αμοιβαίο Κεφάλαιο διαθεσίμων ή ομολογιών, ενώ σε μια περίοδο ανάκαμψης της οικονομίας να μεταφέρει όλα ή μέρος των χρημάτων του σε μετοχικά Αμοιβαία Κεφάλαια.
2. Να επιλέξει τους δικούς του συνδυασμούς Αμοιβαίων Κεφαλαίων ώστε να επιτύχει ακόμα μεγαλύτερη διαφοροποίηση του κινδύνου.
Ας σημειωθεί ότι η Fidelity, η μεγαλύτερη εταιρεία διαχείρισης στον κόσμο, προσφέρει στο επενδυτικό κοινό πάνω από 180 διαφορετικά Αμοιβαία Κεφάλαια και ως εκ τούτου χιλιάδες δυνατούς συνδυασμούς !!
Άλλα Πλεονεκτήματα
Άλλα πλεονεκτήματα που προσφέρουν τα Α/Κ αλλά που θα μπορούσαν να θεωρηθούν μικρότερης σημασίας είναι τα παρακάτω: Τα Α/Κ λόγω του σημαντικού μεγέθους τους, μπορούν να επιτύχουν χαμηλότερες χρηματιστηριακές προμήθειες (brokerage commissions) ως προς έναν ατομικό επενδυτή. Επιπροσθέτως, λόγω της μεγάλης αγοραστικής δύναμης που διαθέτουν, επιτυγχάνουν καλύτερες τιμές αγοράς των ομολόγων ή πακέτων μετοχών.
Η μεταβίβαση μεριδίων Α/Κ εν ζωή χωρίς φορολογική επιβάρυνση επιτρέπεται μόνο μεταξύ συζύγων και συγγενών α’ και β’ βαθμού. Επιτρέπεται η μεταβίβαση μεριδίων Α/Κ “λόγω θανάτου” χωρίς φορολογική επιβάρυνση, ανεξαρτήτως του βαθμού συγγένειας. Οι επενδυτές έχουν τη δυνατότητα να ανταλλάξουν χρεόγραφα ή μετοχές με μερίδια Α/Κ. Τέλος οι επενδυτές μπορούν να αγοράζουν μερίδια σε κοινό λογαριασμό, καθώς επίσης να τα ενεχυριάζουν για να πάρουν δάνειο.
- Ποια τα μειονεκτήματα των Αμοιβαίων Κεφαλαίων;
Παρά το γεγονός ότι τα Αμοιβαία Κεφάλαια παρέχουν σημαντικά πλεονεκτήματα στο ευρύ επενδυτικό κοινό δεν μπορούν να προσφέρουν τα πάντα. Πράγματι, υπάρχουν κάποιες ανάγκες οι οποίες δεν μπορούν να καλυφθούν από τα «κλασσικού» τύπου Αμοιβαία Κεφάλαια.
Κατ’ αρχάς δεν επιθυμούν όλοι οι επενδυτές επαγγελματική διαχείριση. Πολλοί άνθρωποι θέλουν να επιλέγουν μόνοι τους τις προσωπικές τους επενδύσεις, πιστεύοντας ότι η επιλογή και η διαχείριση του χαρτοφυλακίου τους με αυτόν τον τρόπο είναι πιο αποδοτική. Το φαινόμενο αυτό έχει ονομασθεί διεθνώς ως “η γοητεία του ξεχωριστού λογαριασμού”.
Τα Αμοιβαία Κεφάλαια δεν είναι η απάντηση για κάποιον επενδυτή ο οποίος θέλει να αναλάβει ιδιαίτερα υψηλούς κινδύνους επενδύοντας τα χρήματά του σε μερικούς μόνο τίτλους.
Ίσως ο επενδυτής αυτός να μην επιθυμεί διαφοροποίηση, όμως πρέπει να τονισθεί ότι τα Αμοιβαία Κεφάλαια είναι δημοφιλή επειδή ακριβώς η πλειοψηφία των μεμονωμένων επενδυτών υπέστησαν σε διάφορες περιόδους σημαντικές ζημίες αρνούμενοι να διαφοροποιήσουν τις επενδύσεις τους.
Η ανοικτή δομή των Αμοιβαίων Κεφαλαίων εγκυμονεί προβλήματα στον διαχειριστή επενδύσεων σε περιόδους έντονων ψυχολογικών διακυμάνσεων. Έχει παρατηρηθεί παγκοσμίως ότι σε περιόδους που η αγορά είναι ανοδική, οι επενδυτές έχουν την τάση να τοποθετούν τα κεφάλαιά τους σε μετοχικά Α/Κ με άμεσο αποτέλεσμα οι διαχειριστές να τα επενδύουν αγοράζοντας μετοχές σε υψηλά επίπεδα.
Αντιθέτως, όταν η αγορά είναι καθοδική, οι μεριδιούχοι προβαίνουν σε εξαγορές αναγκάζοντας τους διαχειριστές να ρευστοποιήσουν πρόωρα μέρος του χαρτοφυλακίου τους και να υφίστανται ζημίες από την πώληση μετοχών καθώς και από την προεξόφληση άλλων χρεογράφων, σε τιμή χαμηλότερη από την τιμή αγοράς.
Στο βαθμό που η ΑΕΔΑΚ οφείλει να εξαγοράζει όσα μερίδια επιθυμούν να ρευστοποιήσουν οι μεριδιούχοι του Α/Κ, οι διαχειριστές είναι υποχρεωμένοι να διατηρούν υψηλά ρευστά διαθέσιμα, προκειμένου να είναι σε θέση να καλύψουν ένα μεγάλο αριθμό δυνητικών εξαγορών.
Έτσι η δομή των Αμοιβαίων Κεφαλαίων οδηγεί τους διαχειριστές σε καταστρατήγηση των προσωπικών τους επιλογών και πολλές φορές σε κακές επενδυτικές αποφάσεις: αγοράζουν σε υψηλές τιμές, πωλούν σε χαμηλές και κρατούν μεγάλα ποσά χωρίς να τα επενδύουν αποτελεσματικά.
Ένα μικρής σημασίας μειονέκτημα των Αμοιβαίων Κεφαλαίων είναι ότι οι αμοιβές διάθεσης, εξαγοράς και διαχείρισης μειώνουν την καθαρή απόδοση του Αμοιβαίου Κεφαλαίου. Αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία για επενδυτές οι οποίοι για διάφορους λόγους αποφασίσουν να ρευστοποιήσουν τα μερίδια τους σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Τέλος, υπάρχει ένα ακόμα πρόβλημα με τα Αμοιβαία Κεφάλαια το οποίο δεν είναι ακριβώς μειονέκτημα αλλά χρειάζεται να αναφερθεί. Για να το θέσουμε απλά: ακόμη και οι επαγγελματίες πρέπει να παρακολουθούνται και να ελέγχονται. Μερικοί πιστεύουν ότι επειδή τα Αμοιβαία Κεφάλαια τα διαχειρίζονται επαγγελματίες, μπορεί να αγορασθούν και να ξεχασθούν.