CAPM
Το Μοντέλο Αποτίμησης Κεφαλαιουχικών Αγαθών (Capital Asset Pricing Model). Ανάλυση ρίσκου και απόδοσης επενδύοντας στις παγκόσμιες χρηματαγορές
Όλοι έχουμε ακούσει λίγο πολύ τη γνωστή ρήση “ μην βάζεις όλα τα αυγά σ’ ένα καλάθι”, υπονοώντας τα οφέλη της διαφοροποίησης (διασποράς) του χαρτοφυλακίου μας. Η αρχή αυτή βασίζεται στο μοντέλο CAPM , το οποίο περιγράφει τη σχέση μεταξύ ρίσκου και (αναμενόμενης) απόδοσης ενώ χρησιμοποιείται για την τιμολόγηση/αποτίμηση αξιογράφων τα οποία ενέχουν κάποιο βαθμό ρίσκου
Περί τίνος ακριβώς πρόκειται
Το μοντέλο επινοήθηκε από τους Jack Treynor, William Sharpe και John Lintner to 1961, 1962, 1963, οι οποίοι βασίστηκαν σε προηγούμενη εργασία του Harry Markowitz στην διασπορά του χαρτοφυλακίου και στην μοντέρνα θεωρία αυτού.
Η γενική ιδέα πίσω από το μοντέλο αυτό αποτίμησης, είναι οτι οι επενδυτές πρέπει να αποζημιωθούν με δύο τρόπους: την αξία του χρήματος με το πέρασμα του χρόνου και το ρίσκο που αναλαμβάνουν. Η αξία του χρήματος αναπαριστάται στην βασική φόρμουλα που απορρέει απο το μοντέλο, με το επιτόκιο δίχως κίνδυνο, και αποζημιώνει τους επενδυτές που τοποθετούν τα χρήματά τους σε οποιαδήποτε επένδυση για ένα χρονικό διάστημα. Το δεύτερο συστατικό της φόρμουλας αναπαριστά τον κίνδυνο και υπολογίζει το επίπεδο της αποζημίωσης που πρέπει να λάβει ο επενδυτής για την ανάληψη αυτού του επιπλέον ρίσκου - όπου αφήνει την “ασφάλεια” του επιτοκίου χωρίς κίνδυνο (καταθέσεις) για μια περισσότερο, θεωρητικά, αβέβαιη επένδυση.
Τo CAPM αναφέρει οτι η αναμενόμενη απόδοση ενός αξιογράφου ή χαρτοφυλακίου ισούται με το επιτόκιο χωρίς κίνδυνο συν το risk premium. Εάν αυτή η αναμενόμενη απόδοση δεν ισούται ή δεν είναι καλύτερη από την απαιτούμενη απόδοση, τότε δεν θα πρέπει να προχωρήσυμε στην επένδυση αυτή.
Μπορείτε να δείτε κάποια παραδείγματα και την συλλογιστική πίσω από αυτήν την πρακτική, πατώντας σε αυτόν τον
σύνδεσμο ή στη δεξιά στήλη για να μεταφορτώσετε την συνοδευτική παρουσίαση powerpoint.