Το χτίσιμο και η τοποθέτηση του μετοχικού χαρτοφυλακίου
Το χαρτοφυλάκιό σας πρέπει να περιέχει μετοχές τουλάχιστον 5 έως 10 διαφορετικών εταιριών. Και αυτό για να μειώσετε την επίδραση της έκθεσης στην πιθανότητα απογοητεύσεων, οι οποίες συχνά ακολουθούν τις μετοχικές επενδύσεις.
Χτίζοντας και τοποθετώντας ένα μετοχικό χαρτοφυλάκιο
Το χαρτοφυλάκιό σας πρέπει να περιέχει μετοχές τουλάχιστον 5 έως 10 διαφορετικών εταιριών. Και αυτό για να μειώσετε την επίδραση της έκθεσης στην πιθανότητα απογοητεύσεων, οι οποίες συχνά ακολουθούν τις μετοχικές επενδύσεις. Χρησιμεύει επίσης στη διασφάλιση ότι τουλάχιστον κάποια από τα χρήματά σας πηγαίνουν σε μετοχές που αποδίδουν ικανοποιητικά.
Οι περισσότεροι ειδικοί επί των οικονομικών πιστεύουν πως ένα μετοχικό χαρτοφυλάκιο πρέπει να είναι δομημένο στα πρότυπα του «κερασιού πάνω στην τούρτα». Και στην περίπτωση αυτή, η τούρτα δεν είναι άλλο από ένα καλά χρηματοδοτούμενο και με ευρεία βάση προσωπικό χρηματοοικονομικό χαρτοφυλάκιο. Πριν μάλιστα από αυτό συνιστούν να έχετε εξασφαλισμένη αν όχι ιδιόκτητη την κατοικία σας.
Θα θεωρούσαν ικανοποιητικό να έχετε ήδη λυμένο το συνταξιοδοτικό σας, αλλά και την κατάλληλη ασφαλιστική κάλυψη- ειδικά αν έχετε παιδιά σε ηλικία που η γονική φροντίδα είναι ακόμη απαραίτητη. Πρέπει επίσης να έχετε κάποια μετρητά φυλαγμένα στην τράπεζα, τα οποία μπορεί να χρησιμοποιηθούν σε περίπτωση ανάγκης και θα σας γλιτώσουν από το δανεισμό. Λέγεται ότι θα πρέπει να φυλάτε για το σκοπό αυτό το ισοδύναμο τριών μηνιάτικων.
Οι τέσσερις κλάσεις των επενδύσεων
Είναι χρήσιμο να γνωρίζετε πως οι επενδύσεις χωρίζονται σε τέσσερις μεγάλες κατηγορίες και πως ο κλασσικός τρόπος σκέψης υπαγορεύει πως πρέπει να διατηρείτε κάποια χρήματα σε κάθε μία από αυτές.
Οι τέσσερις αυτές κατηγορίες είναι οι μετοχές, τα περιουσιακά στοιχεία, τα ομόλογα και τα ρευστά. Οι μετοχές κατατάσσονται ως η πλέον ριψοκίνδυνη επένδυση και τα ρευστά ως η ασφαλέστερη. Οι ιδιοκτήτες σπιτιών μπορεί να αποφασίσουν ότι το γεγονός της κατοχής ενός σπιτιού καλύπτει την επιθυμητή για αυτούς έκθεση στην κατηγορία των περιουσιακών.
Ομόλογα
Τα ομόλογα είναι δάνεια όπου ο ιδιοκτήτης είναι ο δανειστής και ο δανειζόμενος είναι συνήθως είτε εταιρία, είτε κάποια κυβέρνηση κράτους.
Όταν μια κυβέρνηση ή μια εταιρία εκδίδουν ομόλογα δανείζονται χρήματα από τους επενδυτές. Υπόσχονται να δώσουν πίσω τα χρήματα σε συγκεκριμένη ημερομηνία, ενώ υπόσχονται ακόμη την καταβολή τόκων όσο διαρκεί το δάνειο. Ως ποσόστωση του αρχικώς δανειζόμενου ποσού, οι πληρωμές τόκου είναι συνήθως σταθερές, αν και υπάρχουν ομόλογα μεταβαλλόμενου επιτοκίου. Για το λόγο αυτό, τα ομόλογα καλούνται και τίτλοι σταθερού εισοδήματος. Τίτλος είναι ένας όρος που συνήθως αναφέρεται στις μετοχές και στα ομόλογα.
Το μέγεθος του τόκου που καταβάλλεται εξαρτάται από το επίπεδο των τραπεζικών επιτοκίων κατά τη διάρκεια έκδοσης του ομολόγου- δανείου. Εξαρτάται ακόμη από την αξιοπιστία του δανειζόμενου. Όσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα ο δανειζόμενος να αποτύχει να εξοφλήσει το χρέος, τόσο περισσότερο τόκο θα ζητούν οι επενδυτές.
Όπως συμβαίνει και με τις μετοχές, έτσι και οι ανταλλαγές κεφαλαίου που λαμβάνουν χώρα επ’ αφορμή εκδόσεων ομολόγων, συνοδεύονται και από μια δευτερογενή αγορά, όπου τα ομόλογα διαπραγματεύονται μεταξύ επενδυτών. Στη δευτερογενή αγορά η αξία των ομολόγων αυξάνεται και μειώνεται σε αντιστοιχία με τις αλλαγές του ύψους των επιτοκίων, αλλά και σε αντιστοιχία με την πιθανή αλλαγή του επιπέδου πιστοληπτικής ικανότητας του δανειζόμενου.
Αν επιθυμείτε να αγοράσετε ομόλογα, οι διακανονισμοί είναι περίπου ίδιοι με αυτούς που ισχύουν επί μετοχών.
Το παιχνίδι της στάθμισης
Το ποσοστό κατά οποίο επιλέγετε να τοποθετηθείτε σε κάθε κατηγορία επενδύσεων έχει να κάνει με την όρεξή σας για ρίσκο ή με την πρόσθεσή σας να κινηθείτε σε ασφαλές έδαφος. Πολλοί, όσο μεγαλώνουν γίνονται σταδιακά όλο και λιγότερο ριψοκίνδυνοι- κυρίως αφού μετά από κάποια ηλικία είναι πιθανότερο να χρειαστείς τις οικονομίες σου και έχεις και λιγότερο χρόνο για να περιμένεις ώστε μια επένδυση να «ωριμάσει». Για να πάρεις το μέγιστο της απόδοσης μιας μετοχής απαιτείται χρόνος, καθώς οι αξίες είναι ευμετάβλητες.
Με αυτό το δεδομένο δεν είναι κακό να αγοράζει κανείς μετοχές με περισσότερο αυθόρμητο και λιγότερο υπολογισμένο τρόπο, αρκεί να είναι προετοιμασμένος να αναλάβει τα αυξημένα ρίσκα που ακολουθούν την έλλειψη οργανωμένης προσέγγισης. Μπορεί να είναι κερδοφόρο- και διασκεδαστικό- να διανθίσετε τις τοποθετήσεις σας με μία ή δύο «ιδιόρρυθμες» μετοχές. Είναι επάξια φιλοδοξία να διευρύνετε και να βαθύνετε τις μετοχικές σας θέσεις και να ταιριάξετε τη στάση αυτή με την κατάλληλη και μελετημένη ολοκληρωμένη στρατηγική διαχείρισης.
Επενδύοντας σε συλλογικά κεφάλαια
Μεγάλος αριθμός επενδυτών σε μετοχές επιλέγει να τοποθετηθεί στα λεγόμενα συλλογικά κεφάλαια: Αυτό σημαίνει ότι κάποιοι- συνήθως πολλοί- μοιράζονται το ρίσκο, επενδύοντας από κοινού. Τα συνταξιοδοτικά ταμεία του εξωτερικού έχουν αυτή τη μορφή, όπως επίσης και τα αμοιβαία κεφάλαια και οι επενδυτικές εταιρίες.
Τα Αμοιβαία Κεφάλαια και οι Εταιρίες Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου (ΕΕΧ) διαφέρουν ως προς τον τρόπο με τον οποίο δημιουργούν την κοινή τους υπόσταση, αλλά έχουν ίδιους σκοπούς και χρησιμεύουν στους επενδυτές με παρόμοιους τρόπους. Οι διαφορές είναι κυρίως τεχνικές και αφορούν τη νομική τους υφή και τα εταιρικά τους καταστατικά.
Οι εταιρίες αμοιβαίων κεφαλαίων έχουν «ανοικτή» δομή, κάτι που σημαίνει ότι το χρήμα των επενδυτών μπορεί να ρέει από και προς αυτές ελεύθερα. Όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο, οι διαχειριστές κεφαλαίου αγοράζουν επιπρόσθετα περιουσιακά στοιχεία ή πωλούν από το υποκείμενο χαρτοφυλάκιο, προκειμένου να αντικατοπτρίσουν τη μεταβολή.
Η δομή των ΕΕΧ χαρακτηρίζεται «κλειστή». Στις εταιρίες αυτές οι διαχειριστές συλλέγουν χρήματα μία μόνο φορά στην πρωταρχική αγορά, επενδύοντας και επανεπενδύοντάς τα χωρίς να εισρέει «φρέσκο κεφάλαιο».
Οι ΕΕΧ είναι ίδιες με τις άλλες εταιρίες που διαπραγματεύονται στο χρηματιστήριο, αλλά αντί για να παράγουν κάποιο προϊόν, αντικείμενο τους είναι η διαχείριση μιας δεξαμενής επενδύσεων.
Οι εταιρίες αυτές θεωρούνται καλύτερες για περισσότερο εξειδικευμένες επενδύσεις. Οι αμοιβές και οι χρεώσεις για τη συμμετοχή σε επενδυτική εταιρία μπορεί να είναι χαμηλότερες από αυτές που απαιτούνται για την επένδυση σε αμοιβαία κεφάλαια. Οι μετοχές τους μπορεί να διαπραγματεύονται σε διαφορετική τιμή από την αντίστοιχη πραγματική αξία των περιουσιακών στοιχείων διαιρεμένη με τον αριθμό των μετοχών. Αυτό μπορεί να καταστήσει τις επενδυτικές αποφάσεις περισσότερο δύσκολες.
Σε ορισμένες περιπτώσεις οι ΕΕΧ επιτρέπεται να δανείζονται χρήματα- μια δυνατότητα που μπορεί να ενδυναμώσει τις αποδόσεις. Ωστόσο, ο δανεισμός περικλείει κινδύνους.
Αρκετοί χρηματιστές θα σας συμβούλευαν να αγοράσετε μεμονωμένες μετοχές, μόνο αφού έχετε τοποθετήσει χρήματα σε επιλεγμένες συλλογικές επενδύσεις. Τα συλλογικά κεφάλαια εμφανίζουν συγκεκριμένα πλεονεκτήματα. Με μία μόνο επενδυτική απόφαση αγοράζοντας «μερίδιο», αγοράζεις ένα έτοιμο χαρτοφυλάκιο όπου ο κίνδυνος που περιέχει η κατοχή μιας μόνο μετοχής είναι μειωμένος.
Με τα συλλογικά κεφάλαια έχει επίσης κανείς την ευκαιρία να προσφύγει στους επαγγελματίες ειδικούς της αγοράς μετοχών. «Επαγγελματίας» δεν σημαίνει και απαραίτητα «καλός», αλλά ο χρόνος που έχουν οι επαγγελματίες για να ασχοληθούν με τις επενδύσεις και η εμπειρία που κουβαλούν, θεωρούνται πλεονεκτήματα. Η εξειδίκευση είναι ιδιαίτερα χρήσιμη σε κεφάλαια που επενδύουν σε ξένες και μακρινές αγορές ή σε κεφάλαια που προτιμούν ειδικούς κλάδους της βιομηχανίας, όπως είναι η τεχνολογία ή η υγεία.
Η επένδυση σε συλλογικά κεφάλαια είναι εφικτή και μέσω μικρών ποσών. Επειδή τέτοιου είδος κεφάλαια φιλοξενούν τις οικονομίες πολλών ανθρώπων, ο διαχειριστής τους μπορεί να επιτύχει συμφέροντα κόστη διαπραγμάτευσης που απευθύνονται σε πολύ μεγάλους επενδυτές. Ωστόσο, τα κεφάλαια θέτουν και αυτά τις δικές τους χρεώσεις που μειώνουν την ελκυστικότητά τους. Αν η χρέωση προμήθειας για την αγορά μεριδίου κεφαλαίου φτάνει και το 5%, οι συνήθεις αμοιβές της διοίκησης μιας εταιρίας διαχείρισης κινούνται πέριξ του 1%.
Υπάρχει απροσμέτρητος αριθμός κεφαλαίων στην Ελλάδα και το Εξωτερικό. Κάποια έχουν ευρύτατο φάσμα επενδύσεων, ενώ κάποια άλλα είναι περισσότερο εξειδικευμένα. Μπορεί κανείς επίσης μέσω αυτών να επιλέξει ένα διαφορετικό επενδυτικό στυλ, όπως είναι η παρακολούθηση δεικτών (όπου οι επενδύσεις ακολουθούν έναν δείκτη, ο οποίος μετρά μια συγκεκριμένη αγορά ή μέρος αυτή της αγοράς- π.χ. Γενικό Δείκτη ή FTSE 20), η επένδυση σε «μετοχές ταχείας ανάπτυξης» (“growth stocks”) (προσπαθώντας να εντοπίσει τις μετοχές που θα έχουν μεγάλο ρυθμό ανάπτυξης με τη χρήση διάφορων μεθόδων), η επένδυση εισοδήματος, η επένδυση στην κεφαλαιακή ανάπτυξη ή η επένδυση σε ομόλογα.
Η στρατηγική παρακολούθησης ενός δείκτη καλείται «παθητική διαχείριση κεφαλαίου». Με αυτήν, τα χρήματα τοποθετούνται προκειμένου να αντικατοπτρίζουν όσο το δυνατόν πληρέστερα, τις αποδόσεις ενός δείκτη μιας αγοράς. Αυτή είναι σχετικά απλή επένδυση και για το λόγο αυτό, συνήθως έχει χαμηλές χρεώσεις διαχείρισης.
Οι επενδυτές σε «μετοχές αξίας» (“value stocks”) ζητούν να αγοράσουν τίτλους που με βάση θεμελιώδη χρηματοοικονομικά κριτήρια και σε σύγκριση με τα ιστορικά στοιχεία είναι φτηνοί. Η επένδυση εισοδήματος από την άλλη προβλέπει την αναζήτηση μετοχών εταιριών που προσφέρουν υψηλά μερίσματα, ενώ η επένδυση στην κεφαλαιακή ανάπτυξη αναζητά ευκαιρίες σε μετοχές, των οποίων οι τιμές είναι πιθανό να εμφανίσουν ισχυρή άνοδο.
Η επένδυση σε Οργανισμό Συλλογικών Επενδύσεων απαιτεί από τους επενδυτές να δαπανούν λιγότερη ενέργεια στην ανάλυση και την παρακολούθηση. Σχεδόν πάντα, είναι λιγότερο χρονοβόρο να επενδύει κανείς σε κεφάλαια, παρά σε μεμονωμένες μετοχές. Υπάρχουν κεφάλαια που καλύπτουν όλες τις κατηγορίες επενδύσεων (μετοχές, περιουσιακά στοιχεία, ομόλογα, ρευστό) και στη χώρα μας ονομάζονται Μικτά Αμοιβαία Κεφάλαια. Η λογική στρατηγική είναι να συνδυάζεται η επένδυση σε Οργανισμό Συλλογικών Επενδύσεων με την επένδυση σε μεμονωμένες μετοχές και ομόλογα.