Debate UBS-Citigroup: Πόσο πιθανή είναι η ύφεση
Πόσο αναπόφευκτη είναι η ύφεση. Kορυφαίοι οικονομολόγοι στις επενδυτικές τράπεζες δεν συμφωνούν για το ποια είναι η πιθανότητα σε 12-24 μήνες. Ακονίζουν τα ξίφη τους. Ποιες είναι οι διαφοροποιήσεις και το ερώτημα που καίει.
H αμερικανική Citigroup βλέπει στο 50% την πιθανότητα ύφεσης στην παγκόσμια οικονομία αλλά η ελβετική τράπεζα UBS, παρά τους κινδύνους που παραμονεύουν, δεν βλέπει ύφεση φέτος ή το 2023.
«Δεν βλέπουμε ύφεση στις ΗΠΑ ή παγκοσμίως φέτος ή το επόμενο έτος στο βασικό μας σενάριο», εκτιμά η ελβετική τράπεζα UBS, αλλά είναι σαφές ότι οι κίνδυνοι μιας σκληρής προσγείωσης αυξάνονται. Ωστόσο, ακόμη και αν η οικονομία διολισθήσει σε ύφεση, θα είναι επιφανειακή, δεδομένης της αντοχής των ισολογισμών των καταναλωτών και των τραπεζών, εξηγεί η τράπεζα.
Η Citigroup, στη μηνιαία ανάλυσή της για τις αγορές και τις οικονομίες, αντίθετα, παρότι αναγνωρίζει τη χαμηλή μόχλευση στα νοικοκυριά, εκτιμά ότι η παγκόσμια οικονομία εξακολουθεί να πλήττεται από σοβαρές διαταραχές της προσφοράς, οι οποίες ανεβάζουν τον πληθωρισμό και μειώνουν την ανάπτυξη.
Το συμπέρασμά της είναι ότι οι κεντρικές τράπεζες αντιμετωπίζουν μια τρομακτική πρόκληση καθώς προσπαθούν να μειώσουν τον πληθωρισμό και η εμπειρία της ιστορίας δείχνει ότι η προσπάθεια μείωσης του πληθωρισμού συχνά συνεπάγεται σημαντικό κόστος για την ανάπτυξη και θεωρεί ότι η συνολική πιθανότητα ύφεσης προσεγγίζει πλέον το 50%.
«Οι κεντρικές τράπεζες μπορούν ακόμη να δημιουργήσουν τις "ήπιες" προσγειώσεις που περιλαμβάνονται στις προβλέψεις τους (και στις δικές μας), αλλά αυτό θα απαιτήσει να υποχωρήσουν τα σοκ της προσφοράς και να παραμείνει ανθεκτική η ζήτηση», εκτιμά η Citigroup.
Οι αναλυτές της UBS, εξετάζοντας ιστορικά τις αποδόσεις γύρω από τις «ρηχές» και «βαθιές» υφέσεις, μελέτησαν τις αποδόσεις των μετοχών σε 17 υφέσεις στις ΗΠΑ τα τελευταία 100 χρόνια, κατηγοριοποιώντας τες σε ρηχές υφέσεις, δηλαδή λιγότερο από 3% μείωση του ΑΕΠ από την κορυφή έως το κατώτατο σημείο και βαθιές, δηλαδή μείωση του ΑΕΠ άνω του 3%.
Στο βασικό ερώτημα που «καίει» τους επενδυτές για το αν με την τρέχουσα πτώση του 23%, οι αγορές οδηγηθούν σε ρηχή και πιθανώς και σε βαθιά ύφεση, οι αναλυτές της UBS απαντούν ότι δεν θα συμβεί αυτό. Η πτώση της αγοράς μέχρι στιγμής οφείλεται κυρίως στη σύσφιξη της ρευστότητας και όχι σε φόβους οικονομικής συρρίκνωσης.
Ακόμα και μετά από μια πτώση 30%, ο δείκτης CAPE του Shiller για τον δείκτη S&P 500 εξακολουθεί να είναι 28,7 φορές τα κέρδη σε σύγκριση με ένα μέσο όρο 23 φορές πριν από βαθιές υφέσεις και 14 φορές πριν από τις ρηχές. Το ότι ο πληθωρισμός επιμένει σε αυτά τα επίπεδα και επιβάλλει αυστηρότερη ρευστότητα είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την αγορά. H στενότερη ρευστότητα γίνεται συνεπώς σοβαρός αντίξοος άνεμος για τις αποδόσεις των μετοχών μεσοπρόθεσμα και μια ύφεση δεν έχει τιμολογηθεί πλήρως στις τιμές των μετοχών.
Αντίθετα, η αμερικανική τράπεζα Citigroup βλέπει αυξημένες ενδείξεις εξασθένησης της ζήτησης αγαθών από τους παγκόσμιους καταναλωτές, η οποία αντανακλά τόσο την επαναφορά της ισορροπίας προς τις υπηρεσίες όσο και την καταστροφή της ζήτησης από τον ραγδαίο πληθωρισμό.
Το κόστος μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων από την Κίνα έχει πρόσφατα μειωθεί, γεγονός που υποδηλώνει πιθανή μείωση των πιέσεων στις αλυσίδες εφοδιασμού. Επίσης, οι έμποροι λιανικής πώλησης αρχίζουν να παραπονιούνται για την αύξηση των αποθεμάτων, ιδίως των καταναλωτικών αγαθών διακριτικής ευχέρειας, και οι αναφορές δείχνουν μια χαλάρωση της καταναλωτικής ζήτησης για έξυπνα τηλέφωνα και υπολογιστές.
Ως σημαντικό μέτρο της συνολικής απόδοσης της οικονομίας, οι παγκόσμιοι δείκτες PMI τόσο για τη μεταποίηση όσο και για τις υπηρεσίες έχουν πρόσφατα πτωτική τάση, αλλά παραμένουν άνετα πάνω από το όριο του 50 που υποδηλώνει ύφεση. Ένα καλό νέο είναι ότι οι συνιστώσες απασχόλησης αυτών των PMI συνεχίζουν τις σταθερές τους επιδόσεις, με τις υπηρεσίες να τρέχουν κάπως πιο δυνατά από τη μεταποίηση.
H Citigroup εκτιμά ότι η ύφεση που δυνητικά θα μπορούσε να αντιμετωπίσει η παγκόσμια οικονομία θα ήταν της μορφής όπου η ανεργία θα αυξανόταν αρκετές ποσοστιαίες μονάδες και η ανάπτυξη θα κατέγραφε μερικά σαφώς αδύναμα τρίμηνα. Η επιβράδυνση της οικονομίας, σε συνδυασμό με τις αυξήσεις των επιτοκίων, θα ήταν αρκετή για να μειώσει τον πληθωρισμό σε επίπεδα που συνάδουν με τους στόχους της κεντρικής τράπεζας.
Μια ενθαρρυντική παρατήρηση είναι ότι πολλά από τα τρωτά σημεία που έχουν ενισχύσει τη σοβαρότητα των προηγούμενων υφέσεων απουσιάζουν σε αυτό το επεισόδιο. Ειδικότερα, η μόχλευση στους τραπεζικούς ισολογισμούς και στο χρηματοπιστωτικό σύστημα γενικότερα είναι περιορισμένη. Ομοίως, τα επίπεδα χρέους των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων στις περισσότερες χώρες δεν φαίνονται υπερβολικά τεντωμένα.
«Η αίσθησή μας είναι ότι οι περισσότεροι συμμετέχοντες στην αγορά τείνουν προς την άποψη ότι αν υπάρξει ύφεση, το πιθανότερο είναι σαν το πρώτο σενάριο που αναλύουμε. Θεωρούμε ότι αυτή είναι μια λογική προσδοκία, αλλά το αδιέξοδο -όπως έχουμε τονίσει- είναι το πόσο επίμονη θα αποδειχθεί τελικά η πληθωριστική δυναμική», καταλήγει η Citi.