Citigroup: Το ορόσημο των 4.200 μονάδων του S&P 500 και η συνέχεια
Τα νέα δεδομένα για τις αμερικανικές μετοχές επιχειρεί να καταγράψει ο οίκος μετά την επίτευξη του στόχου που είχε θέσει για τις 4.200 μονάδες. Οι αποτιμήσεις και οι κλάδοι που έχουν ενδιαφέρον.
«Ο S&P 500 έχει πραγματοποιήσει ράλι έως το στόχο μας, τις 4.200 μονάδες για το τέλος του έτους και πιθανότατα θα υπάρξει περαιτέρω άνοδος λόγω της στάσης των επενδυτών που δεν περίμεναν αυτή την πρόσφατη κίνηση», εξηγεί ο Scott Chronert, Chief Equity Strategist της αμερικανικής τράπεζας Citigroup.
«Δεν υπάρχουν αλλαγές στους στόχους μας αυτή τη στιγμή. Ωστόσο, τα υψηλότερα επίπεδα του δείκτη, σε συνδυασμό με τον κίνδυνο στα κέρδη του επόμενου έτους, αποτελούν αρνητικό στοιχείο σε όρους αποτίμησης. Θα λέγαμε ότι δικαιολογείται να ενισχυθεί η τακτική των πωλήσεων. Εναλλακτικά, η αυξημένη έμφαση στην επιλογή τομέων και μετοχών υπό τον κίνδυνο ύφεσης και την πιθανότητα μαλακής προσγείωσης θα πρέπει να είναι το σημείο που θα κάνουν focus οι επενδυτές», συνεχίζει ο Chronert.
«Περαιτέρω άνοδος του S&P 500 είναι σίγουρα μια πιθανότητα, κατά την άποψή μας, καθώς η πτωτική (bearish) τοποθέτηση των επενδυτών αντιστρέφεται. Ωστόσο, εάν αυτό εξελιχθεί, θεωρούμε ότι η σχέση κινδύνου απόδοσης στρέφεται προς τα κάτω, καθώς ο κίνδυνος ύφεσης στο α' εξάμηνο του 2023 σημαίνει χαμηλότερα κέρδη και, συνεπώς, υψηλότερους πολλαπλασιαστές», εκτιμά ο στρατηγικός αναλυτής της τράπεζας.
Τα τρία σενάρια για τις μετοχές
«Το σενάριο της ήπιας ύφεσης στις 3.650 μονάδες δοκιμάστηκε στα μέσα Ιουνίου και πιθανότατα σηματοδοτεί το χαμηλό σημείο αυτής της φάσης. Οι 4.700 μονάδες αντανακλούν ένα σενάριο ήπιας προσγείωσης. Ενώ μια ήπια προσγείωση είναι ακόμη πιθανή, πιστεύουμε ότι η ύφεση του α’ εξαμήνου του 2023 είναι πιο πιθανή», συνεχίζει ο Chronert.
Στο ερώτημα αν έχει έρθει η ώρα για πωλήσεις, ο Chronert απαντά ότι αυτό εξαρτάται από τους χρονικούς ορίζοντες των επενδυτών. Τακτικά, η πώληση της ανόδου ευθυγραμμίζεται με το στόχο του δείκτη που έχει θέσει η Citigroup. Εναλλακτικά, η προτιμώμενη προσέγγισή τους είναι να επικεντρωθούν σταδιακά στην τοποθέτηση σε τομείς/μετοχές, επιλέγοντας μετοχές της ανάπτυξης, με έμφαση στην ποιότητα και τις διαρθρωτικές θεμελιώδεις ανοδικές τάσεις.
Ο στόχος των 4.200 μονάδων του S&P 500 βασίστηκε σε δύο προσεγγίσεις. Η πρώτη ήταν ένας συνδυασμός του προηγούμενου στόχου για "ήπια προσγείωση" στις 4.700 μονάδες, καθώς και των σεναρίων "ήπιας ύφεσης" και "σκληρής προσγείωσης" στις 3.650 μονάδες και τις 3.150 μονάδες. Το επίπεδο της ήπιας ύφεσης των 3.650 μονάδων που προβλέπει η Citigroup για τον δείκτη S&P 500 σχεδόν το άγγιξε στα χαμηλά του Ιουνίου. Αυτό συνέβη με την ύφεση να εξακολουθεί να αποτελεί πιθανότητα για το 2023. Κατά την άποψή της τράπεζας, μια ήπια ύφεση τιμολογείται τουλάχιστον έξι μήνες πριν από την εμφάνισή της. Αυτό πιθανότατα σηματοδότησε το χαμηλό του δείκτη για την τρέχουσα φάση της αγοράς.
Οποιαδήποτε πρόσθετα στοιχεία σχετικά με τα κέρδη ή τα επιτόκια που θα καθησύχαζαν τους φόβους για ύφεση θα ήταν πιθανό να προκαλέσουν θετική αντίδραση. Τα κέρδη του β' τριμήνου, σε συνδυασμό με την πτώση των 10ετών επιτοκίων, ώθησαν στη συνέχεια το ράλι όπως εξελίχθηκε τον Ιούλιο και στις αρχές Αυγούστου.
Επιπρόσθετα, ένα μεγάλο μέρος του πρόσφατου ράλι αποδίδεται στην κάλυψη βραχυπρόθεσμων θέσεων. Η κάλυψη των short μπορεί να είναι ένα βήμα πριν από την αύξηση των θέσεων long. Όμως, όσο περισσότερο κινείται ο δείκτης προς το επίπεδο του σεναρίου της ήπιας προσγείωσης στις 4.700 μονάδες, τόσο περισσότερο αναμένει η Citigroup να ‘ξεδιπλωθούν οι αντίθετοι άνεμοι αποτίμησης’.