Τι ανακάλυψε η UBS στα ραντεβού της Αθήνας
Ποιες είναι οι εκτιμήσεις που κατέθεσαν οι Ελληνες τραπεζίτες στα στελέχη του οίκου. Οι αποτιμήσεις και οι κίνδυνοι για τις μετοχές. Το θετικό κλίμα και η εικόνα στο αεροδρόμιο.
Στο επίκεντρο οι τράπεζες και ο ευρύτερος καταναλωτικός τομέας είναι, σύμφωνα με τη UBS, η οποία πέρασε τρεις ημέρες συναντώντας επιχειρήσεις στην Αθήνα (Alpha Βank, Eurobank, Εθνική Τράπεζα, Τράπεζα Πειραιώς, Jumbo, κ.λπ.) και τη Βουδαπέστη (MOL, Erste Bank Hungary, Wizz Air, OTP).
«Το θετικό κλίμα στην Αθήνα ήταν δύσκολο να μη φανεί και το ασυνήθιστα γεμάτο αεροδρόμιο (για την εποχή του έτους) καθώς και οι επισκέπτες από το εξωτερικό που κατευθύνονταν για κρουαζιέρες στα νησιά, γέμιζαν τα ξενοδοχεία στο κέντρο της πόλης, υποστηρίζοντας αυτό το κλίμα», εξηγούν οι αναλυτές της ελβετικής τράπεζας.
Στην Ελλάδα, η διψήφια αύξηση των εταιρικών δανείων, τα ακόμη χαμηλά beta καταθέσεων και οι πληρωμές σε μερίσματα από τα κέρδη του 2023, δείχνουν ότι το κλίμα είναι σαφώς θετικό για τις τράπεζες.
Οι διοικητικές ομάδες επανέλαβαν τις προσδοκίες τους για διψήφια αύξηση των επιχειρηματικών δανείων και στην καλύτερη περίπτωση αμετάβλητους όγκους λιανικής (κατά μέσο όρο, με κάποιες εξαιρέσεις). Η στροφή από τις καταθέσεις όψεως στις προθεσμιακές καταθέσεις είναι αργή, επομένως μέχρι στιγμής και οι παραδοχές για το beta των καταθέσεων στις προβλέψεις όλων των τραπεζών για τα καθαρά έσοδα από τόκους (NII) φαίνονται επίσης συντηρητικές (ακόμη και πολύ συντηρητικές, σε ορισμένες περιπτώσεις).
«Αν και η καθοδήγηση για το κόστος των προβλέψεων (CoR) από τις τράπεζες υποθέτουν αύξηση σε ετήσια βάση (καθώς τα ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια αναμένεται να οδηγήσουν σε ακαθάριστες εισροές), μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν ενδείξεις επιδείνωσης της ποιότητας του ενεργητικού. Οι εκκαθαρίσεις, οι εισπράξεις και οι πλειστηριασμοί θα βρεθούν στο επίκεντρο φέτος, αλλά επιλεγμένες συναλλαγές τιτλοποίησης εξακολουθούν να βρίσκονται στο πεδίο εφαρμογής (όπως π.χ. το Sunrise 3 για την Τράπεζα Πειραιώς)», εξηγεί η UBS.
«Το επόμενο ορόσημο για τις ελληνικές τράπεζες θα είναι η επαναφορά των μερισμάτων, για την οποία οι τράπεζες βρίσκονται σε διάλογο με τον SSM, με την ποιοτική αξιολόγηση να φαίνεται ως η βασική αβεβαιότητα, καθώς οι αντικειμενικές (ποσοτικές) προϋποθέσεις έχουν ήδη εκπληρωθεί ή θα εκπληρωθούν, κατά την άποψή μας», καταλήγει η τράπεζα.
Οι αποτιμήσεις παραμένουν ελκυστικές σε ολόκληρη την περιοχή
«Στην περίπτωση της Alpha Bank (ουδέτερη αξιολόγηση, τιμή-στόχος το 1,21 ευρώ) και γενικά των ελληνικών τραπεζών, μας αρέσει η ισχυρή και ακόμη υποτιμημένη επιτοκιακή μόχλευση, το καλύτερο στην Ευρώπη μακροοικονομικό αναπτυξιακό σκηνικό και η ολοένα και πιο πιθανή επιστροφή των μερισμάτων», εξηγεί η UBS.
Μεταξύ των τραπεζών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, έχουμε αξιολογήσει με buy τις Erste και OTP. Η Erste προσφέρει ισχυρό δανεισμό στην αύξηση των επιτοκίων του ευρώ, ένα ανθεκτικό και καλά διαφοροποιημένο franchise (τόσο δάνεια όσο και καταθέσεις). Η OTP προσφέρει μοναδικά δανειακή επιβάρυνση στα μειούμενα ουγγρικά επιτόκια, θα πρέπει να έχει πάνω από 40% έκθεση σε χώρες του ευρώ από φέτος και μετά, η ποιότητα του ενεργητικού παραμένει ισχυρή και η μετοχή τελεί υπό διαπραγμάτευση με σημαντικό discount σε σχέση με το βραχυπρόθεσμο και μεσοπρόθεσμο δείκτη P/TNAV.
Μέθοδος αποτίμησης και κίνδυνοι
Οι στόχοι τιμών για τις ελληνικές τράπεζες και τις τράπεζες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης προκύπτουν χρησιμοποιώντας το υπόδειγμα Gordon Growth Model. Και οι τέσσερις μεγάλες ελληνικές τράπεζες είναι συστημικές και εκτεθειμένες σε ένα ευρύ φάσμα κινδύνων, όπως τη μακροοικονομία και την πολιτική, ιδίως στον αντίστοιχο αντίκτυπό τους στα επιτόκια, στον πληθωρισμό, στην αύξηση του ΑΕΠ και στο δημοσιονομικό έλλειμμα. Οι πολιτικοί κίνδυνοι περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τη δημοσιονομική πολιτική μιας πιθανής νέας κυβέρνησης, τη μελλοντική πορεία της νομισματικής πολιτικής και τις ενέργειες της Κεντρικής Τράπεζας.
Οι τράπεζες υπόκεινται επίσης σε ρυθμιστικούς, νομοθετικούς και δικαστικούς κινδύνους, ιδίως όσον αφορά πιθανές αλλαγές στις λογιστικές πρακτικές, την ευθύνη που προκύπτει από θεωρούμενες συγκρούσεις συμφερόντων ή ζημιωμένους εταιρικούς πελάτες. Οι τράπεζες εξαρτώνται από την αγορά και τον όγκο των συναλλαγών και υπόκεινται σε τεχνολογικό και λειτουργικό κίνδυνο που μπορούν να επηρεάσουν τα οικονομικά αποτελέσματα. Επιπλέον, οι αλλαγές στη δομή της αγοράς μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά αντίκτυπο στην ικανότητά τους να ανταγωνίζονται.
Το ελληνικό κράτος, μέσω του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), κατέχει μη σημαντικές συμμετοχές και στις τέσσερις συστημικές τράπεζες στην Ελλάδα.