«Ατού» για το χρηματιστήριο οι αποτιμήσεις των εισηγμένων
Με μέση μερισματική απόδοση σαφώς ανώτερη του 4% και μονοψήφιο δείκτη P/E βρίσκονται σε διαπραγμάτευση οι κερδοφόρες μη τραπεζικές εισηγμένες. Πού αποδίδονται οι ελκυστικές αποτιμήσεις, ποια εμπόδια πρέπει να ξεπεραστούν.
Παρά τη σημαντική άνοδο που έχουν σημειώσει οι τιμές των ελληνικών μετοχών τόσο μέσα στο 2022 όσο και κατά το πρώτο τετράμηνο της φετινής χρονιάς, το Χρηματιστήριο της Αθήνας εξακολουθεί να τελεί υπό διαπραγμάτευση κατά μέσο όρο με πολύ ελκυστικούς δείκτες, όπως προκύπτει από τις περυσινές κερδοφορίες των εισηγμένων εταιρειών αλλά και από τις μέχρι τώρα ανακοινωθείσες χρηματικές διανομές.
Ειδικότερα, όλα δείχνουν πως με βάση τις τρέχουσες αποτιμήσεις και τις επιδόσεις του 2022, οι κερδοφόρες μη τραπεζικές εισηγμένες εταιρείες διαπραγματεύονται σε αθροιστική βάση με δείκτη P/E χαμηλότερο από το δέκα. Συγκεκριμένα, αν κάποιος αφαιρέσει από την τρέχουσα συνολική χρηματιστηριακή αξία του ΧΑ (76,05 δισ. ευρώ) τις έξι εισηγμένες τράπεζες (15,62 δισ. ευρώ) και δύο μόνο (π.χ. ΔΕΗ και Ελλάκτωρ) άλλες εταιρείες που ήδη έχουν δημοσιεύσει ζημιογόνα αποτελέσματα για το 2022 (3,7 δισ. ευρώ), τότε οδηγούμαστε σε μια τρέχουσα αποτίμηση της τάξεως των 56,6 δισ. ευρώ.
Από την άλλη πλευρά, μέχρι χθες 69 κερδοφόρες εισηγμένες είχαν ανακοινώσει για το 2022 αθροιστικά καθαρά κέρδη ύψους 5,72 δισ. ευρώ. Με δεδομένο ότι στα προαναφερθέντα 5,72 δισ. ευρώ θα πρέπει να προστεθούν και τα κέρδη πολλών ακόμη -«μικρομεσαίων» κυρίως- εισηγμένων εταιρειών που δεν έχουν δημοσιεύσει μέχρι σήμερα τις ετήσιες λογιστικές τους καταστάσεις (μεταξύ αυτών συγκαταλέγονται π.χ. οι Πλαστικά Κρήτης, Performance, Lamda Develpmant, κ.λπ.), τότε εκτιμάται ότι οι κερδοφόρες εταιρείες του ΧΑ διαπραγματεύονται με μέσο δείκτη P/E που σίγουρα θα υπολείπεται του δέκα.
Η τιμή του συγκεκριμένου δείκτη θεωρείται ιδιαίτερα ελκυστική, ωστόσο ζητούμενο αποτελεί το αν και κατά πόσο μέσα στο 2023 οι εισηγμένες εταιρείες θα επαναλάβουν τις περυσινές τους επιδόσεις. Με βάση τις εκτιμήσεις των αναλυτών, κάποιες (ιδιαίτερα όσες εμφανίζουν έντονα μονοψήφιους δείκτες) δεν αναμένεται να το πράξουν, ενώ αντίθετα κάποιες άλλες προσδοκούν σαφώς βελτιωμένες επιδόσεις μέσα στο 2023 σε σχέση με πέρυσι.
Ανάλογα θετικά μηνύματα προέρχονται και από το μέτωπο των χρηματικών διανομών. Μέχρι σήμερα, οι εισηγμένες εταιρείες έχουν καταβάλει ή έχουν ανακοινώσει ότι θα μοιράσουν αθροιστικά το ποσό των δύο δισ. ευρώ. Αυτό οδηγεί σε μια μέση μερισματική απόδοση για τις μη τραπεζικές εισηγμένες (κερδοφόρες και μη) της τάξεως του 3,3%, ποσό που αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά, καθώς:
- Αρκετές κερδοφόρες εταιρείες δεν έχουν ανακοινώσει ακόμη την πολιτική χρηματικών διανομών που θα ακολουθήσουν.
- Δεν έχουν συνεκτιμηθεί ούτε τα προμερίσματα που συνήθως μοιράζουν κάποιες εισηγμένες κατά το τελευταίο τετράμηνο κάθε χρονιάς, ούτε ενδεχόμενες επιπλέον χρηματικές διανομές στις οποίες πιθανόν να προχωρήσουν κάποιες εταιρείες. Σύμφωνα μάλιστα με εκτιμήσεις, στο τέλος της χρονιάς, η μέση μερισματική απόδοση των μη τραπεζικών εισηγμένων θα ξεπεράσει με άνεση το 4%.
Σύμφωνα με τους αναλυτές, οι ελκυστικοί δείκτες που εμφανίζει το ΧΑ είναι αποτέλεσμα του επενδυτικού ρίσκου που οφείλεται τόσο στο ασταθές διεθνές οικονομικό κλίμα όσο και στην εσωτερική αβεβαιότητα ενόψει των επικείμενων εκλογικών αναμετρήσεων. Έτσι, στον βαθμό που από τις επικείμενες εκλογές προκύψει σταθερό κυβερνητικό σχήμα και επιπρόσθετα δεν παρατηρηθεί κάποια αναστάτωση στο ενεργειακό μέτωπο, πολλοί αναλυτές θεωρούν πως το ΧΑ είναι σε θέση να αποφέρει σημαντικά κέρδη στους επενδυτές.
Σε κάθε περίπτωση, οι αναλυτές θεωρούν πως παρά τη σημαντική χρησιμότητα των χρηματιστηριακών δεικτών όπως το P/E και η μερισματική απόδοση, η αποτίμηση μιας μετοχής με βάση τη θεμελιώδη ανάλυση αποτελεί μια πολύ πιο σύνθετη και απαιτητική διαδικασία.