Aνεμος αισιοδοξίας για τα εταιρικά ομόλογα
Πώς έχει αλλάξει το κλίμα της αγοράς μετά την έκδοση της Μυτιληναίος. Ποιες είναι οι εκτιμήσεις αναλυτών για το 2ο εξάμηνο, σχετικά με νέες εκδόσεις. Πώς επιδρούν οι συνθήκες με τον πληθωρισμό και τα επιτόκια.
Με έκπληξη αλλά και μεγάλη ικανοποίηση αντιμετώπισε η εγχώρια επενδυτική κοινότητα την έκδοση εταιρικού ομολόγου από την Μυτιληναίος, η οποία μάλιστα ολοκληρώθηκε με μεγάλη επιτυχία.
Αλήθεια είναι ότι από το περασμένο καλοκαίρι έως και μέχρι πριν από λίγες εβδομάδες κανείς παράγοντας της ΕΧΑΕ -και της αγοράς γενικότερα- δεν περίμενε ότι θα είχαμε εκδόσεις νέου εταιρικού ομολόγου στο ΧΑ.
Ενδεικτική ήταν η εκτίμηση έγκριτης χρηματιστηριακής εταιρείας μόλις το φετινό Μάρτιο που έλεγε ότι ένας κύκλος σημαντικών εταιρικών εκδόσεων που άνοιξε το 2016 και επέφερε μια φρέσκια επενδυτική πραγματικότητα στο ελληνικό χρηματιστήριο ολοκληρώθηκε το καλοκαίρι του 2022.
Άλλωστε από το φετινό Μάιο μέχρι σήμερα, δύο ομολογιακές εκδόσεις (της Coral και της εταιρείας ενδυμάτων BSB) έληξαν (αποπληρώθηκαν κανονικά) χωρίς να ανανεωθούν, ενώ στελέχη της ΕΧΑΕ μιλούσαν μεν για «ουρά» επιχειρήσεων που ενδιαφέρονται να εισαγάγουν τις μετοχές τους είτε στην Κύρια, είτε στην Εναλλακτική Αγορά του ΧΑ, χωρίς όμως ποτέ να αναφέρουν το παραμικρό για ύπαρξη κινητικότητας στα ομόλογα.
Σε κάθε περίπτωση, μετά την έκδοση της Μυτιληναίος το κλίμα στην αγορά έχει αλλάξει και αρκετοί είναι εκείνοι που δηλώνουν συγκρατημένα αισιόδοξοι ότι μέσα στο δεύτερο φετινό εξάμηνο πολύ πιθανόν να υπάρξουν και νέες εκδόσεις.
Χαρακτηριστικά είναι τα όσα υποστηρίζει γνωστό χρηματιστηριακό στέλεχος: «Η ύπαρξη νέων εκδόσεων προϋποθέτει ότι θα υπάρξουν οι συνθήκες όπου τόσο οι επιχειρήσεις, όσο και οι αποταμιευτές θα έχουν να ωφεληθούν. Ξεκινώντας με τους αποταμιευτές, πιστεύω ότι οι αποδόσεις στις προθεσμιακές καταθέσεις θα διατηρηθούν σε επίπεδα αρκετά κοντινά στα τρέχοντα (γύρω στο 1,5% για ποσά άνω των 100.000 ευρώ) ιδίως αν επιβεβαιωθεί το βασικό σενάριο που θέλει την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να ολοκληρώνει τον ανοδικό κύκλο των βασικών της επιτοκίων μέσα στον Ιούλιο. Σε μια τέτοια περίπτωση, μακροχρόνιες αποδόσεις (yields) ομολόγων αξιόπιστων επιχειρηματικών Ομίλων γύρω ή και πάνω από το 4% θα πρέπει να θεωρούνται ελκυστικές, ιδίως στο βαθμό που το Euribor αρχίσει να αποκλιμακώνεται από το 2024 και μετά.
Συμφέρον όμως από την άντληση μακροπρόθεσμων κεφαλαίων έχουν και αρκετοί επιχειρηματικοί κλάδοι. Αν για παράδειγμα μια εταιρεία επενδύει σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας με μια αποδοτικότητα ιδίων κεφαλαίων 8%-10% (μια τοποθέτηση χαμηλού ρίσκου), γιατί να μην τη χρηματοδοτήσει με κόστος χρήματος 4%-5%; Ας αφήσουμε το γεγονός ότι με το Euribor σήμερα πάνω από το 3%, οι πλείστες των εταιρειών αντιμετωπίζουν κόστος χρηματοδότησης από 6% και πάνω».
Φορολογικό κίνητρο
Υπάρχει όμως και άλλος ένας παράγοντας που θα μπορούσε να λειτουργήσει ευνοϊκά υπέρ των εταιρικών ομολόγων και αφορά την επικείμενη κατάργηση της φορολογίας του 15% επί των τόκων, με την οποία επιβαρύνονται σήμερα οι Έλληνες επενδυτές.
Συγκεκριμένα, οι τόκοι των εταιρικών ομολόγων -όπως και των τραπεζικών καταθέσεων- επιβαρύνονται με σταθερό φορολογικό συντελεστή 15%. Η κυβέρνηση ωστόσο έχει υποσχεθεί (βλέπε ομιλία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στην ΔΕΘ του 2022, αλλά και μετέπειτα δέσμευση) ότι από την 1η Ιανουαρίου του 2024 ο φόρος στα εταιρικά ομόλογα θα μηδενιστεί. Αυτό σημαίνει ότι τα εταιρικά ομόλογα θα γίνουν ακόμη πιο ανταγωνιστικά σε σχέση με τις τραπεζικές καταθέσεις, οι τόκοι των οποίων θα εξακολουθούν να φορολογούνται με 15%.
Άλλο στέλεχος της αγοράς βασίζει την αισιοδοξία του για το μέλλον των εταιρικών ομολόγων και σε άλλους παράγοντες, όπως για παράδειγμα η επικείμενη ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, αλλά και η διαφαινόμενη σταθεροποίηση-αποκλιμάκωση του πληθωρισμού.
«Όσο οι τιμές του φυσικού αερίου και του πετρελαίου διατηρούνται στα τρέχοντα επίπεδα, τόσο θα πιέζονται οι επιχειρήσεις προκειμένου να μην προβαίνουν σε νέες ανατιμήσεις και ακόμη προκειμένου να προχωρήσουν σε κάποιες πρώτες μειώσεις τιμών. Δεν ξέρω αν θα μπούμε σε μια περίοδο αποπληθωρισμού, ωστόσο μέσα στο 2024 είναι πολύ πιθανό να δούμε τον πληθωρισμό να επιστρέφει στα επιθυμητά επίπεδα του 2%, με ό,τι θετικό μπορεί να σημαίνει κάτι τέτοιο, τόσο για την οικονομία, όσο και για τους ομολογιούχους».