Χρηματιστήριο: Ψυχραιμία και... stock picking
Οι τρεις ταχύτητες στο ταμπλό του Χρηματιστηρίου, η στάση των ξένων, η «μεγάλη εικόνα» και οι συστάσεις για προσεκτικές κινήσεις. Τι κρύβει το ράλι των small caps.
Το ελληνικό χρηματιστήριο κινείται σε επίπεδα που είχε να δει από την άνοιξη του 2014, ενώ πολλές μετοχές καταγράφουν νέα ιστορικά υψηλά ή υψηλά πολλών ετών. Όλα αυτά αντικατοπτρίζουν με σαφήνεια την αισιοδοξία που κυριαρχεί στην αγορά, τόσο λόγω των δεδομένων για την οικονομία όσο και των προοπτικών της (λ.χ. επενδυτική βαθμίδα).
Παρότι, όμως, αυτή η στάση είναι απολύτως βάσιμη, οι κίνδυνοι (ιδίως στο διεθνές περιβάλλον, παραμένουν πολλοί και ισχυροί: οι γεωπολιτικές εντάσεις, η αστάθεια στην αγορά ενέργειας και τροφίμων, ο επίμονος πληθωρισμός είναι διαρκείς απειλές, που δεν επιτρέπουν τη διατύπωση (έστω και σχετικά) ασφαλών εκτιμήσεων σε μεσο-μακροπρόθεσμο ορίζοντα.
Στο περιβάλλον αυτό, όσο εύλογη είναι η επενδυτική αισιοδοξία, άλλο τόσο εύλογη είναι και η επενδυτική… ψυχραιμία. Σε τελική ανάλυση, η ελληνική χρηματιστηριακή αγορά στο παρελθόν έχει πληρώσει ακριβά τα… ξέφρενα πάρτι.
Γνωστός παράγοντας της αγοράς, όταν κλήθηκε να σχολιάσει την τρέχουσα κατάσταση στο Χ.Α., ανέφερε ότι αυτό το διάστημα υπάρχουν τρεις ξεχωριστές χρηματιστηριακές αγορές, με διαφορετικά χαρακτηριστικά η μία από την άλλες.
1. Πρώτα απ’ όλα, έχουμε μια σειρά από μετοχές υγιών εταιρειών που για διάφορους λόγους είτε δεν έχουν ανεβεί είτε έχουν καταγράψει σαφώς μικρότερη αύξηση από το μέσο όρο της αγοράς (π.χ. ΕΥΔΑΠ, Sarantis, ΟΛΘ, Παπουτσάνης, Πλαστικά Κρήτης, Flexopack κ.ά.)
2. Μια ευρεία σειρά τίτλων καταγράφει… τρελή άνοδο, καθοδηγούμενη κυρίως από τις αγοραστικές διαθέσεις των θεσμικών (ξένων, αλλά και Ελλήνων) επενδυτών, όπως για παράδειγμα οι τράπεζες, η Mytilineos, η Τιτάν, η ΔΕΗ, η Cenergy, η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, η Intrakat, η Quest Holdings, η Fourlis, η Epsilon Net, η Entersoft και η Profile. Σε κάποιες άλλες εταιρείες που η άνοδος των μετοχών προέρχεται από εγχώρια χαρτοφυλάκια, παρατηρείται παράλληλα και μια μεγάλη άνοδος οικονομικών επιδόσεων σε σχέση με το παρελθόν (π.χ. Mevaco, ΑΛΟΥΜΥΛ, Βιοκαρπέτ, Π. Πετρόπουλος κ.ά.).
3. Και, τέλος, υπάρχουν εκείνες οι μετοχές μικρής κυρίως κεφαλαιοποίησης που, ενώ για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα βρίσκονταν στο περιθώριο, ξαφνικά κάποιοι ιδιώτες Έλληνες επενδυτές αποφασίζουν να ξεκινήσουν ένα ράλι στο ταμπλό, με την αιτιολογία άλλοτε ότι «τα χαρτιά αυτά έχουν μείνει πίσω» και άλλοτε ότι κάποιο νέο ή «ξαναζεσταμένο» σενάριο κυκλοφόρησε στην αγορά.
Πώς, όμως, προβλέπεται να είναι η «επόμενη μέρα» για τις τρεις χρηματιστηριακές αγορές;
Η μεγάλη εικόνα και οι κίνδυνοι
Το πρώτο συμπέρασμα που μπορεί να αποκομίσει κάποιος από τους αναλυτές είναι ότι η μεσομακροπρόθεσμη εικόνα του Χ.Α. παραμένει ανοδική ή, διαφορετικά, σε δύο με τρία χρόνια οι τιμές των ελληνικών μετοχών θα βρίσκονται κατά πάσα πιθανότητα ψηλότερα σε σχέση με σήμερα. Γενικότερα, η «μεγάλη εικόνα» που είχε εκφραστεί από τα τέλη του 2022 ότι η ελληνική οικονομία μπαίνει σε ένα μακροπρόθεσμο ανοδικό κανάλι δημιουργώντας έναν ενάρετο κύκλο σε οικονομία και χρηματιστήριο δεν έχει αλλάξει.
Από τότε μέχρι σήμερα, το ελληνικό ΑΕΠ υπεραποδίδει έναντι του ευρωπαϊκού, το οικονομικό κλίμα βελτιώνεται, ο πληθωρισμός αποκλιμακώνεται, η τιμή του φυσικού αερίου παρέμεινε «στα χαμηλά» παρά την αυξημένη ζήτηση λόγω καύσωνα, η πορεία των δημόσιων οικονομικών βαδίζει καλύτερα από τον προϋπολογισμό, ο δανεισμός της χώρας είναι άνετος και μέσα από πολλές επιλογές, η άνοδος των επιτοκίων φαίνεται πως μέσα στους επόμενους λίγους μήνες ολοκληρώνει τον κύκλο της, η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας δείχνει να αποτελεί θέμα κάποιων μηνών, ενώ η διάθεση των ξένων για επενδύσεις στην Ελλάδα (πέραν των κονδυλίων του Ταμείου Ανάπτυξης) παραμένει ισχυρή και η ένταση με την Τουρκία βρίσκεται σε φάση αποκλιμάκωσης.
Έτσι, μόλις τις τελευταίες ημέρες ανακοινώθηκαν:
• Από τη Eurostat η μείωση του ελληνικού πληθωρισμού στο 2,8% τον Ιούνιο (από 4,1% τον Μάιο), με τη χώρα μας να κατατάσσεται πέμπτη μεταξύ 27 χωρών της Ε.Ε. Όπως επίσης δείχνουν τα πράγματα, ο πληθωρισμός θα μπορούσε να υποχωρήσει σε ακόμη πιο χαμηλά επίπεδα τους επόμενους μήνες, καθώς η τρέχουσα τιμή του φυσικού αερίου υπολείπεται των 30 ευρώ, όταν τον περσινό Αύγουστο έφτασε ακόμη και στα 350 ευρώ!
• Από το Υπουργείο Οικονομικών ταμειακό πρωτογενές πλεόνασμα στο εξάμηνο 1,52 δισ. ευρώ, έναντι ελλείμματος 3,87 δισ. κατά την αντίστοιχη περσινή περίοδο.
• Από τον διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα στον διεθνή τύπο σε ό,τι αφορά τα επιτόκια, ότι «μπορεί να έχουμε ακόμα μία κίνηση 25 μονάδων βάσης την επόμενη εβδομάδα, αλλά δεν είμαι σίγουρος ότι θα πάμε πέρα από αυτό. Θα σταματήσουμε εκεί. Αυτή είναι η άποψή μου».
• Από τον διεθνή οίκο Scope πως προβλέπει για φέτος ελληνικό ΑΕΠ στο +2,3% και λόγο δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ στο 142,2% το 2028. Πρόκειται ουσιαστικά για σήμα επικείμενης αναβάθμισης από έναν οίκο που βαθμολογεί σήμερα την Ελλάδα με ΒΒ+, δηλαδή μια κλίμακα κάτω από την επενδυτική βαθμίδα.
Παρ’ όλα αυτά, οι έμπειροι παράγοντες καλούν τους επενδυτές στην παρούσα φάση να είναι ψύχραιμοι και επιλεκτικοί στις ενδεχόμενες τρέχουσες αγορές τους, καθώς επίσης και να διατηρούν σημαντικό τμήμα του χαρτοφυλακίου τους σε μετρητά και τίτλους σταθερού εισοδήματος. Δεν θα ήταν κακό επίσης να προχωρήσουν και σε κάποιες ρευστοποιήσεις θέσεων, προκειμένου να «κλειδώσουν κέρδη».
«Με τον Γενικό Δείκτη να έχει κερδίσει πάνω από 40% από την αρχή του έτους και τη μεσαία κεφαλαιοποίηση να γράφει πάνω από +50% στο ίδιο χρονικό διάστημα, είναι προφανές πως μια αναμενόμενη πρόσκαιρη διόρθωση -κάποτε θα έρθει- είναι λογικό να κυμανθεί γύρω στο 10%-20%. Κάτι τέτοιο δεν θα πρέπει να εκπλήξει την αγορά, καθώς σχεδόν πάντοτε ένας μακροπρόθεσμος ανοδικός κύκλος συνοδεύεται και από ενδιάμεσες διορθώσεις, χωρίς φυσικά να αναφερθώ σε ένα σενάριο γενικότερης διεθνούς πτώσης στις ξένες αγορές λόγω ενός απρόβλεπτου παράγοντα. Είναι, όμως, έτοιμοι πολλοί από τους ιδιώτες επενδυτές να αντιμετωπίσουν το ενδεχόμενο μιας τέτοιας διόρθωσης;», διερωτάται γνωστός αναλυτής.
«Ο κυριότερος κίνδυνος, όμως», συνεχίζει ο ίδιος ο αναλυτής, «εντοπίζεται στις ίδιες τις επιλογές κάθε επενδυτή, καθώς συνεχίζουμε να υποστηρίζουμε την πολιτική του stock picking. Οι τράπεζες, η Mytilineos, οι κατασκευές, οι εταιρείες πληροφορικής, η Αεροπορία Αιγαίου και άλλοι επιχειρηματικοί όμιλοι ανέβηκαν πολύ στο ταμπλό του Χ.Α. επειδή έπεισαν τους θεσμικούς επενδυτές για τις προοπτικές τους μέσα από αναλυτικές παρουσιάσεις και business plans.
Βοήθησαν προφανώς και άλλοι παράγοντες, όπως η γενικότερη πορεία της ελληνικής οικονομίας και το αποτέλεσμα των πρόσφατων εκλογών. Ανάλογα με το κατά πόσο θα υλοποιηθούν στην πράξη ή όχι τα προαναφερθέντα business plans, θα κινηθούν κατά τα επόμενα χρόνια και οι τιμές των μετοχών των συγκεκριμένων εταιρειών. Επίσης, η ιστορία έχει δείξει ότι ακόμη και εκείνοι που αγόρασαν σε υπερτιμημένα επίπεδα μετοχές καλών εταιρειών (ανεξαρτήτως μεγέθους και κεφαλαιοποίησης), σπάνια έχασαν από το κεφάλαιό τους, υπό την προϋπόθεση ότι διατήρησαν επί μακρόν τις θέσεις τους.
Άρα, λοιπόν, ο μεγάλος κίνδυνος βρίσκεται στις επιλογές μετοχών από το “κάτω ράφι” που γίνονται με βασικό κριτήριο μια γρήγορη “αρπαχτή” και καταλήγουν σε πολυετείς θέσεις εγκλωβισμένων επενδυτών. Και κάτι άλλο ακόμη: όταν οι ξένοι οίκοι (έχουν πέσει και αυτοί πολλές φορές έξω στις προβλέψεις τους υπερβάλλοντας τόσο στην άνοδο όσο και στην πτώση των τιμών των μετοχών) δηλώνουν θετικοί για το ελληνικό χρηματιστήριο, εννοούν τις συγκεκριμένες εταιρείες που έχουν εντάξει στη λίστα τους και συνήθως δεν υπερβαίνουν τις δέκα ή τις δεκαπέντε. Για τις υπόλοιπες εισηγμένες, το πιθανότερο είναι ότι αγνοούν ακόμη και το όνομά τους».
Όπως το 1999;
Τέλος, στο ερώτημα για το κατά πόσο βιώνουμε σήμερα «συνθήκες 1999» λίγο πριν από το σπάσιμο της φούσκας, η απάντηση είναι σαφώς αρνητική. «Ούτε κατά συζήτηση. Οι υπερβολές εκείνης της περιόδου ήταν απείρως μεγαλύτερες σε σχέση με κάποια φαινόμενα που παρουσιάζονται σήμερα. Ωστόσο, θα έλεγα ότι υπάρχει κάποιο τμήμα των επενδυτών που ενδέχεται να ακολουθεί παρόμοια συμπεριφορά με τότε. Και θα ήθελα να θυμίσω ότι και το χρηματιστηριακό ράλι του 1998 είχε ξεκινήσει βασιζόμενο σε μια σειρά από θεμελιώδη στοιχεία, όπως η αναμενόμενη μεγάλη πτώση των επιτοκίων λόγω επικείμενης εισόδου στη ζώνη του ευρώ, οι προοπτικές της πληροφορικής λόγω των dot.com και άλλα συναφή».