JP Morgan: Ακριβός ο αμερικανικός S&P, πού να επενδύσετε
«Αρκούδα» για τις αμερικανικές μετοχές ο αναλυτής Marko Kolanovic. Γιατί βλέπει διαφορετική εικόνα στην ευρωζώνη. Τι λέει για τα ομόλογα και το «πετρελαϊκό σοκ», οι προτάσεις της JP Morgan.
Με τα πραγματικά επιτόκια και το κόστος κεφαλαίου να κινούνται όλο και πιο βαθιά σε περιοριστικό έδαφος για τις μετοχές, η σχέση γίνεται ολοένα και λιγότερο βιώσιμη, επισημαίνει ο αναλυτής Marko Kolanovic της αμερικανικής τράπεζας JP Morgan.
«Με τον πολλαπλασιαστή αποτίμησης του δείκτη S&P 500 (σε όρους Ρ/Ε) υπερτιμημένο κατά 3 με 4 φορές σε σχέση με τα πραγματικά επιτόκια, αυτό είναι ένα στοιχείο που ενέχει κίνδυνο για τις αποτιμήσεις, ιδίως δεδομένου ότι οι προσδοκίες για τα κέρδη αντιμετωπίζουν ήδη ένα υψηλό εμπόδιο για το 2024», συνεχίζει ο επικεφαλής ανάλυσης της τράπεζας.
Η ανάπτυξη και ο πολιτικός συμβιβασμός εξακολουθούν να αποτελούν πρόκληση για την Ευρωζώνη. Αν και οι αναθεωρήσεις των κερδών ανά μετοχή (EPS) πρόκειται να στραφούν απότομα αρνητικά, από την άλλη, οι μετοχές στην περιοχή του ευρώ διαπραγματεύονται καλύτερα και οι αποτιμήσεις αρχίζουν να φαίνονται φθηνές.
«Το ξεπούλημα των ομολόγων έχει οδηγήσει τις αποδόσεις προς τα υψηλά επίπεδα του κύκλου, αλλά δεδομένου του κινδύνου για συνέχεια στις εκπλήξεις από τη Fed και τη BoJ, καθώς και τον κίνδυνο ενός κυβερνητικού shutdown, παραμένουμε ουδέτεροι σε ό,τι αφορά τα ομόλογα. Η ΕΚΤ πραγματοποίησε πιθανότατα την τελευταία της αύξηση στον κύκλο, δίνοντας στους επενδυτές το πράσινο φως και παραμένουμε long στα πενταετή της Γερμανίας», εξηγεί ο Kolanovic.
Οι μετοχές έχουν καταγράψει άνοδο 16% φέτος κυρίως λόγω της επέκτασης των πολλαπλασιαστών αποτίμησης, ενώ τα πραγματικά επιτόκια και το κόστος κεφαλαίου κινούνται βαθύτερα σε περιοριστικό έδαφος. Η ιστορία δείχνει ότι αυτή η σχέση γίνεται όλο και πιο μη βιώσιμη, θέτοντας σε κίνδυνο τις μετοχές.
Το σημερινό επίπεδο του πραγματικού επιτοκίου (περίπου στο 2%) συνεπάγεται ότι ο δείκτης S&P 500 είναι υπερτιμημένος κατά 2,7 φορές (ή περίπου 3,9 φορές, αν εξαιρεθούν οι περίοδοι μετά την Covid-19 και τη φούσκα της τεχνολογίας).
Τα ασφάλιστρα κινδύνου (ERP) βρίσκονται πολύ χαμηλά σε σχέση με τα ιστορικά τους επίπεδα μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση (GFC). Η αποτίμηση με βάση το υπόδειγμα της Fed είναι η πιο ακριβή από το 2002 και είναι αποσυνδεδεμένη από την επιβράδυνση του επιχειρηματικού κύκλου και της οικονομίας. Επιπλέον, άλλοι παραδοσιακοί δείκτες αποτίμησης είναι αυξημένοι. Σε επίπεδο τομέων, η τεχνολογία και οι συναφείς κλάδοι είναι πλούσια αποτιμημένοι, ενώ οι υψηλής ποιότητας αμυντικοί κλάδοι δεν είναι πλέον.
Η άνοδος των τιμών της ενέργειας αντιπροσωπεύει ένα σοκ προσφοράς που πιθανότατα θα επιβαρύνει την ανάπτυξη. Ο παγκόσμιος δείκτης τιμών καταναλωτή ενέργειας αυξήθηκε κατά 14% περίπου από τον Αύγουστο. Με τις τιμές του αργού πετρελαίου Brent πάνω από τα 90 δολάρια το βαρέλι, η πίεση είναι πιθανό να συνεχίσει να αυξάνεται. Το κυρίαρχο στοιχείο της αύξησης των τιμών της ενέργειας είναι πιθανότατα η μείωση της προσφοράς από τον ΟΠΕΚ+. Τα μοντέλα της JPM δείχνουν ότι ένα διαρκές σοκ προσφοράς στις τιμές του πετρελαίου θα μείωνε το παγκόσμιο ΑΕΠ κατά 0,3% - 0,6%.
Μείνετε επενενδυμένοι (θέσεις overweight) στην ενέργεια
«Ενώ οι αγορές κινδύνου συνεχίζουν να διαπραγματεύονται ομαλά, οι ειδήσεις της τελευταίας εβδομάδας κατά τη γνώμη μας μειώνουν αντί να αυξάνουν την πιθανότητες ήπιας προσγείωσης. Οι υψηλότερες τιμές του πετρελαίου, η εμμονή του πληθωρισμού, η γεωπολιτική και ο κίνδυνος πιο απότομων καμπυλών επιτοκίων μειώνουν τις πιθανότητες ήπιας προσγείωσης στο μέλλον. Παραμένουμε με θέσεις Overweight σε ενέργεια και εμπορεύματα, καθώς βλέπουμε περιθώρια για περαιτέρω άνοδο των τιμών των εμπορευμάτων και οι κατανομές των επενδυτών παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα.
Πόσο ακόμα μπορεί να καθυστερήσει η Ευρωζώνη
Το θετικό είναι ότι οι μετοχές της Ευρωζώνης φαίνονται αρκετά φθηνές προς το παρόν, ανανεωμένες από την αδυναμία του ευρώ, η οποία θα στηρίξει την περιοχή. Η απόλυτη αντιστάθμιση ανάπτυξης-πολιτικής εξακολουθεί να αποτελεί πρόκληση για την Ευρωζώνη.
Η Ευρωζώνη ιστορικά κινήθηκε πτωτικά, ειδικά έναντι των ΗΠΑ. Εντός της Ευρώπης, η JPM διατηρεί μια πιο θετική άποψη για τις μετοχές εμπορευμάτων και παραμένει σχετικά πιο επιφυλακτική για τις μετοχές με καταναλωτικό και εταιρικό στόρι που εμφάνισαν ισχυρές επιδόσεις στο α’ εξάμηνο, όπως τα αυτοκίνητα, τα ημιφορτηγά, τα κεφαλαιουχικά αγαθά και τα είδη πολυτελείας. Η τράπεζα προβλέπει ότι οι αμυντικοί τίτλοι θα τελούν υπό διαπραγμάτευση καλύτερα στο τέλος του έτους και σε αντίθεση με το consensus, δεν ενθουσιάζεται με τις τράπεζες της Ευρωζώνης (ουδέτερη σύσταση).