Εισηγμένες: Τα ανθεκτικά κέρδη «φτιάχνουν» τους δείκτες αποτίμησης
Συγκρατημένη αισιοδοξία για διατήρηση του θετικού momentum στην κερδοφορία των εισηγμένων και το δεύτερο εξάμηνο εκφράζουν κύκλοι της αγοράς. Οι έκτακτοι παράγοντες.
Την αισιοδοξία τους ότι τα κέρδη των εισηγμένων εταιρειών θα διατηρηθούν σε ικανοποιητικά επίπεδα και κατά το δεύτερο φετινό εξάμηνο, συνεχίζοντας την πορεία του πρώτου μισού του 2023, εκφράζουν στο Euro2day.gr παράγοντες της χρηματιστηριακής αγοράς.
Κατά το πρώτο φετινό εξάμηνο, περίπου οι έξι στις δέκα μη τραπεζικές εισηγμένες εταιρείες του ΧΑ εμφάνισαν βελτιωμένα οικονομικά αποτελέσματα σε σύγκριση με πέρυσι, είτε αυξάνοντας τα καθαρά τους κέρδη είτε περιορίζοντας τις ζημίες τους.
Ωστόσο, τα καθαρά κέρδη των εισηγμένων εταιρειών σε αθροιστικό επίπεδο υποχώρησαν κατά 15,2% σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο (4,68 έναντι 5,52 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΧΑΕ), ενώ χωρίς τον συνυπολογισμό των τραπεζών το ποσοστό πτώσης κυμάνθηκε κοντά στο 14,5%.
Η προαναφερθείσα επιδείνωση των αποτελεσμάτων ήταν σαφώς αναμενόμενη, κυρίως γιατί η επίδοση ολόκληρου του 2022 επηρεάστηκε θετικά από «ουρανοκατέβατα» κέρδη σε κλάδους όπως για παράδειγμα ο πετρελαϊκός και ο μεταλλουργικός.
Επίσης, το μεγαλύτερο τμήμα των «ουρανοκατέβατων» αποτελεσμάτων είχε σημειωθεί κατά το πρώτο μισό της περυσινής χρονιάς (βάση σύγκρισης) και έτσι δεν είναι τυχαίο ότι τα καθαρά κέρδη του πρώτου εξαμήνου του 2022 διαμορφώθηκαν στο 55% του συνόλου της ίδιας χρονιάς, όταν συνήθως το συγκεκριμένο ποσοστό υπολείπεται του 50% (θετική εποχικότητα οικονομίας στο β’ εξάμηνο).
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, χρηματιστηριακοί κύκλοι ελπίζουν ότι το ποσοστό πτώσης των εταιρικών κερδών στο σύνολο της φετινής χρονιάς θα διαμορφωθεί σε χαμηλότερα επίπεδα σε σύγκριση με αυτό του πρώτου εξαμήνου, αν και αναγνωρίζουν ότι η περίοδος που απομένει μέχρι την εκπνοή του 2023 χαρακτηρίζεται από προκλήσεις και αβεβαιότητες που ξεκινούν από το γεωπολιτικό πεδίο (π.χ. πόλεμος στην Ουκρανία, εξελίξεις στην Παλαιστίνη) και επεκτείνονται στο αμιγώς οικονομικό πεδίο (π.χ. πορεία ενεργειακών τιμών, πληθωρισμού και επιτοκίων).
Ένας δεύτερος λόγος συγκρατημένης αισιοδοξίας για τις εισηγμένες εταιρείες είναι το ότι το ΑΕΠ της χώρας συνεχίζει να ακολουθεί ανοδική πορεία και κατά το δεύτερο μισό του 2023, βοηθούμενο και από την ιστορικά υψηλή τουριστική επίδοση. Ενδεικτικά, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προέβλεψε πρόσφατα ρυθμό ανάπτυξης +2,5% για ολόκληρο το 2023, όταν κατά το πρώτο εξάμηνο της χρονιάς η ελληνική οικονομία έτρεξε με +2,4%.
Από την άλλη πλευρά, στα «μείον» του φετινού δευτέρου εξαμήνου συγκαταλέγεται το αυξημένο χρηματοοικονομικό κόστος, με το οποίο θα επιβαρυνθούν οι περισσότερες εισηγμένες εταιρείες και ιδίως εκείνες που έχουν σημαντικά ανοίγματα προς τις τράπεζες.
Σε κάθε περίπτωση, με την τρέχουσα χρηματιστηριακή αξία της αγοράς να διαμορφώνεται κοντά στα 80 δισ. ευρώ (συμπεριλαμβανομένων των τραπεζών), με τα καθαρά κέρδη του πρώτου εξαμήνου στα 4,7 δισ. ευρώ και με τις εκτιμώμενες φετινές χρηματικές διανομές να προσεγγίζουν τα τρία δισ. ευρώ, φαίνεται να διαμορφώνονται κατά μέσο όρο σχετικά ευνοϊκοί χρηματιστηριακοί δείκτες για τις εισηγμένες εταιρείες.