Ανεβάζει τον πήχη για Εθνική και Alpha η UBS, οι νέες τιμές-στόχοι
(upd) «Αγοραστής» στις μετοχές των Alpha Bank και Εθνικής Τράπεζας δηλώνει ο ελβετικός οίκος. Πώς είδε τις ανακοινώσεις αποτελεσμάτων εξαμήνου.
Η ελβετική τράπεζα UBS προχωρά σε σημαντικές αυξήσεις στις εκτιμήσεις της για τα επόμενα έτη, ακολουθώντας τα νέα guidance Εθνικής Τράπεζας και Alpha Bank. Οι νέες τιμές στόχοι, ωστόσο, αυξάνονται οριακά στα 11,2 ευρώ από 11 ευρώ για την Εθνική Τράπεζα και στα 2,32 ευρώ από 2,30 ευρώ πριν για την Alpha Bank με τις συστάσεις να διατηρούνται σε αγορά (buy).
Για την Εθνική Τράπεζα, ο οίκος αναφέρει ότι μετά από ένα ισχυρό β’ τρίμηνο, με τα βασικά καθαρά κέρδη να ξεπερνούν το consensus κατά 6% και με αναβαθμισμένη εταιρική καθοδήγηση, αυξάνει την πρόβλεψη για τα κέρδη ανά μετοχή (EPS) κατά 6% για φέτος και 4% υψηλότερα μέχρι το 2026.
Οι εκτιμήσεις της UBS είναι υψηλότερα από το consensus της Refinitiv κατά 10%, αλλά κάτω από την εταιρική καθοδήγηση για core EPS σε υψηλότερα επίπεδα στα 1,40 ευρώ (UBSe 1,37 ευρώ). Η τιμή στόχος της είναι 2% υψηλότερη, στα 11,20 ευρώ, υποδεικνύοντας σημαντική κεφαλαιακή ανοδική πορεία, ενώ βλέπει επίσης τη δυνατότητα για υψηλότερες από τις προγραμματισμένες διανομές με την πάροδο του χρόνου, καθώς ο δείκτης CET1 συνεχίζει να συσσωρεύεται (β’ τρίμηνο 18,3% μετά τη συσσώρευση μερίσματος). Η UBS θεωρεί ότι η υψηλή κερδοφορία της είναι ελκυστική, καθώς βλέπει ότι ο δείκτης αποδοτικότητας ROTE διατηρείται στο 18%, προσαρμοσμένο για επίπεδο CET1 στο 14%.
Η αναβάθμιση των EPS κατά 6% για φέτος προέρχεται από ένα συνδυασμό υψηλότερων καθαρών εσόδων από τόκους (NII) κατά 2%, υψηλότερων εσόδων από προμήθειες (1,3%), χαμηλότερων λειτουργικών εξόδων κατά -2,5% και χαμηλότερων χρεώσεων για πιστωτικές ζημίες -7%.
Μια βασική τάση είναι ότι τα καθαρά έσοδα από τόκους (NII) διαμορφώνονται καλύτερα από το αναμενόμενο, με το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο (NIM) να αναμένεται τώρα γύρω στο 3% από χαμηλότερα από 2,90% προηγουμένως, με το beta των καταθέσεων να παραμένει χαμηλό, γεγονός που οδηγεί σε αναβάθμιση των προοπτικών για τα καθαρά έσοδα από τόκους, ήτοι μικρή αύξηση για φέτος έναντι εκτίμησης για συρρίκνωση προηγουμένως (1%-3%).
«Αν και είμαστε κοντά στις προβλέψεις της τράπεζας, δεν φτάνουμε ακριβώς στα καθοδηγούμενα βασικά κέρδη ανά μετοχή στα 1,40 ευρώ μέχρι το 2026, καθώς προβλέπουμε περίπου σταθερό NII, υψηλή αύξηση των εσόδων από προμήθειες (+9,5% ετησίως), πολύ χαμηλή αύξηση του κόστους (+1,4% ετησίως) και χαμηλότερο κόστος κινδύνου (επιβάρυνση απομείωσης -8,1% ετησίως). Βλέπουμε ότι τα βασικά καθαρά κέρδη θα διατηρηθούν κοντά στα 1,3 δισ. ευρώ ετησίως (1,25 δισ. ευρώ έως το 2026) έναντι του στόχου της διοίκησης για πάνω από 1,3 δισ. ευρώ», εκτιμά ο οίκος.
Για την Αlpha Bank, ο ελβετικός οίκος επισημαίνει ότι αναβαθμίζει τα φετινά σταθμισμένα κέρδη ανά μετοχή (adj. EPS) κατά 4% και για το 2026 κατά 2%, καθώς τα αποτελέσματα του β’ τριμήνου ξεπέρασαν τις εκτιμήσεις. Η αναβαθμισμένη καθοδήγηση υποδεικνύει περίπου 7% άνοδο σε σχέση με το consensus για το 2024.
«Αναβαθμίζουμε τα φετινά κέρδη κατά 4% στα 33 λεπτά σύμφωνα με την καθοδήγηση της τράπεζας, αν και οι αλλαγές στις μεσοπρόθεσμες προβλέψεις μας είναι μικρές. Η αδύναμη πιστωτική εικόνα του β' τριμήνου ξεχωρίζει, ενώ απαιτείται ισχυρή ανάκαμψη της εταιρικής πίστωσης στο β' εξάμηνο για να επιτευχθεί η πρόβλεψή μας. Η εξυγίανση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων επιταχύνθηκε, με τον δείκτη μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων να μειώνεται από 6% σε 4,7% με κόστος 100 εκατ. ευρώ. Η πιστωτική ποιότητα παραμένει ασθενέστερη από τις υπόλοιπες τράπεζες με την κάλυψη των προβλέψεων να είναι χαμηλότερη, αλλά και οι προβλέψεις για τις πιστωτικές ζημίες έχουν επίσης μειωθεί. Η τιμή στόχος μας αυξάνεται 1% υψηλότερα στα €2,32, υποδεικνύοντας σημαντική άνοδο για τη μετοχή», εξηγεί ο οίκος.
«Ένα βασικό χαρακτηριστικό της αλλαγής των κατευθυντήριων οδηγιών είναι οι προσδοκίες για το καθαρό έσοδο από τόκους που θα μειωθεί μόνο ελαφρώς φέτος έναντι της μείωσης κατά 5% που προβλεπόταν προηγουμένως. Το beta των καταθέσεων παραμένει σχετικά χαμηλό (αναμένεται στο 20% για το 2024). Η ευαισθησία στα επιτόκια μειώθηκε περαιτέρω σε 12 εκατ. ευρώ ανά μείωση των επιτοκίων κατά 25 μ.β. έναντι 18 εκατ. ευρώ προηγουμένως (το χαρτοφυλάκιο αντιστάθμισης αυξήθηκε σε 7,5 δισ. ευρώ από 1,5 δισ. ευρώ στην αρχή του έτους).
Το β΄ τρίμηνο ήταν ένα σχετικά αδύναμο πιστωτικό τρίμηνο σε σύγκριση με τις άλλες τράπεζες, καθώς οι επιχειρηματικές πιστώσεις που εκτελούνταν παρέμειναν αμετάβλητες σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο. Η διοίκηση αναφέρει ότι αυτό οφείλεται σε έναν βαθμό στα κοινοπρακτικά δάνεια και ότι εξαιρουμένων αυτών, οι εταιρικές πιστώσεις διευρύνθηκαν κατά 1,6 δισ. ευρώ. Απαιτείται μεγάλη αύξηση του όγκου των χορηγήσεων για τα υπόλοιπα δύο τρίμηνα προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της διοίκησης για καθαρές πιστώσεις ύψους 38 δισ. ευρώ για το φετινό οικονομικό έτος», καταλήγει ο οίκος.