Αμοιβαία Κεφάλαια: Μπαράζ εισροών τον Ιανουάριο
Φρέσκο χρήμα σχεδόν 380 εκατ. ευρώ διοχετεύθηκε στα εγχώρια αμοιβαία κεφάλαια το τελευταίο τρίμηνο, με τη μερίδα του λέοντος να εισρέει τον Ιανουάριο. Περιορισμένες οι νέες τοποθετήσεις σε ελληνικά περιουσιακά στοιχεία και ιδιαίτερα σε μετοχές.
Συνεχίστηκαν και τον Ιανουάριο οι καθαρές εισροές (αγορές μεριδίων μείον ρευστοποιήσεις) στα αμοιβαία κεφάλαια και μάλιστα με εντονότερο ρυθμό σε σχέση με το τελευταίο δίμηνο του 2020. Ειδικότερα, οι καθαρές συνολικές εισροές από τα 84,7 εκατ. ευρώ του Νοεμβρίου, ανέβηκαν στα 90,5 εκατ. τον Δεκέμβριο και εκτινάχθηκαν στα 202,7 εκατ. τον Ιανουάριο (έως και τις 29/1).
Αθροιστικά δηλαδή, κατά το τελευταίο τρίμηνο, έχει εισρεύσει ποσό που προσεγγίζει τα 380 εκατ. ευρώ (στοιχεία παρατιθέμενου πίνακα).
Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, οι κυριότεροι λόγοι στους οποίους αποδίδεται η αυξημένη ζήτηση για μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων είναι:
- Η «ισοπέδωση» των προσφερόμενων τραπεζικών επιτοκίων, ακόμη και στις προθεσμιακές καταθέσεις (χαμηλότερα το 0,1%).
- Η υπερβάλλουσα ρευστότητα των τραπεζών, με αποτέλεσμα οι τελευταίες να προτρέπουν τους πελάτες τους να τοποθετηθούν σε μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων και σε μακροπρόθεσμα ασφαλιστικά-αποταμιευτικά προϊόντα τύπου unit linked (μέρος αυτών των χρημάτων τοποθετείται σε δεύτερη φάση και αυτό σε μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων).
- Οι πολύ ικανοποιητικές αποδόσεις που έχουν σημειώσει τα τελευταία χρόνια πολλές κατηγορίες αμοιβαίων κεφαλαίων (οι παρελθούσες αποδόσεις δεν εγγυώνται σε καμιά περίπτωση τις μελλοντικές).
- Οι θετικότερες προσδοκίες που δημιουργήθηκαν στην επενδυτική κοινότητα -ιδίως κατά τελευταίο δίμηνο του 2020- για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας μετά την εύρεση εμβολίων κατά της πανδημίας και μετά την εκλογή του John Biden στην προεδρία των ΗΠΑ.
Σε ποιες όμως κατηγορίες αμοιβαίων κεφαλαίων κατευθύνθηκαν οι εισροές του τελευταίου τριμήνου; Σύμφωνα με τα στοιχεία του παρατιθέμενου πίνακα (πηγή Ένωση Θεσμικών Επενδυτών, αναφέρονται οι συνολικές εισροές κεφαλαίων και μερικές βασικές κατηγορίες Α/Κ):
- Το μεγαλύτερο ποσοστό των νέων κεφαλαίων κατευθύνθηκε σε τίτλους του εξωτερικού. Ειδικότερα, το 46,5% τοποθετήθηκε σε μερίδια Fund of Funds, δηλαδή σε αμοιβαία κεφάλαια που επενδύουν σε μερίδια άλλων αμοιβαίων κεφαλαίων (υπήρξε ιδιαίτερη προτίμηση στα μεικτά Α/Κ της συγκεκριμένης κατηγορίας). Οι τοποθετήσεις σε Funds of Funds εξυπηρετούν, αφενός, την ανάγκη να αξιοποιούνται οι διεθνείς διαχειριστές κεφαλαίων σε αγορές που οι Έλληνες συνάδελφοί τους δεν είναι εξειδικευμένοι και αφετέρου, αυξάνουν τη διασπορά στα χαρτοφυλάκια λιανικής.
- Το 12% σε σύνθετα αμοιβαία κεφάλαια και εξ αυτών ξεχωρίζουν οι τοποθετήσεις σε Α/Κ τύπου «absolute return», τα οποία είναι αμυντικού τύπου και έχουν ως πρώτη προτεραιότητα τη διατήρηση του κεφαλαίου, παρά την επίτευξη υψηλών αποδόσεων.
- Το 12,7% σε Ομολογιακά Α/Κ Εσωτερικού, όχι μόνο λόγω των πολύ υψηλών αποδόσεων της συγκεκριμένης κατηγορίας από το 2012 έως σήμερα αλλά και εξαιτίας του ότι τα ελληνικά κρατικά χρεόγραφα προσφέρουν υψηλότερο yield σε σχέση με τα ευρωπαϊκά (παρατηρήθηκε μια σχετική κόπωση στις ροές προς τα ξένα ομολογιακά Α/Κ, ίσως λόγω των αρνητικών επιτοκίων της Κεντροδυτικής Ευρώπης).
- Ένα μικρό ποσοστό νέων κεφαλαίων φαίνεται να κατέληξε σε μετοχές του Χρηματιστηρίου της Αθήνας. Ειδικότερα, οι καθαρές εισροές κατά το τρίμηνο Νοεμβρίου-Ιανουαρίου στα Μετοχικά Εσωτερικού διαμορφώθηκαν στα 32,1 εκατ. ευρώ (μόλις το 8,5%), ποσό που μέσα στον πρώτο μήνα του 2021 περιορίστηκε στα 3,1 εκατ. ευρώ. Στο ΧΑ πρέπει λογικά να κατευθύνθηκε και τμήμα των νέων χρημάτων που επενδύθηκε στα μικτά Αμοιβαία Κεφάλαια (26,2 εκατ. κατά το τρίμηνο Νοεμβρίου-Ιανουαρίου).
Σύμφωνα με γνωστό παράγοντα της αγοράς, «οι εισροές που καταγράφονται στις διάφορες κατηγορίες των αμοιβαίων κεφαλαίων ελληνικών ΑΕΔΑΚ καθορίζονται σε σημαντικό βαθμό από την πολιτική προώθησης που ακολουθούν οι μητρικές τους εταιρείες, κυρίως οι τραπεζικές. Αυτή η τάση αναμένεται να συνεχισθεί (αν δεν υπάρχουν ευρύτερες ανατροπές όπως τον Μάρτιο του 2020), δεδομένου ότι οι τράπεζες καταφεύγουν στα αμοιβαία κεφάλαια προκειμένου α) να ενισχύσουν την παραγωγή προμηθειών και β) να μειώσουν το κόστος των κεφαλαίων που λιμνάζουν στις καταθέσεις» (στο -0,5% το σχετικό επιτόκιο της ΕΚΤ).