Τι προβλέπουν τώρα οι ξένοι για το Χρηματιστήριο
Οι εκτιμήσεις επτά διεθνών οίκων για την εγχώρια αγορά. Οι αισιόδοξοι, οι απαισιόδοξοι και ποιοι παραμένουν... ουδέτεροι. Ποιες είναι οι εκτιμήσεις για τις αποτιμήσεις και την πορεία της κερδοφορίας. Οι συγκρίσεις με τις αναδυόμενες.
Η εγχώρια αγορά μετοχών προσπαθεί να θέσει τις βάσεις για να συνεχίσει ανοδικά για το υπόλοιπο του 2021 και να προσεγγίσει τη σημαντική περιοχή των 800 μονάδων.
Ο Φεβρουάριος, αν και δεν έχει ολοκληρωθεί, δείχνει ότι οι επενδυτές επιστρέφουν στην «ποιότητα», με τις μετοχές που βρίσκονται πρώτες σε αποδόσεις να είναι αρκετά αναμενόμενες. Οι ελληνικές μετοχές παραμένουν στην κορυφή των απωλειών και το 2021. Ο Γενικός Δείκτης σημειώνει πτώση 2,5%, η υψηλή κεφαλαιοποίηση 3% και ο τραπεζικός δείκτης 12% φέτος, είναι στην τρίτη θέση των απωλειών και παραμένει στη δεύτερη στο διάστημα των 52 εβδομάδων. Τα ποσοστά δείχνουν ότι ο δρόμος που πρέπει να διανύσουν οι εγχώριοι τίτλοι είναι ακόμα μακρύς, αλλά φαίνεται ότι υπάρχει καλή… διάθεση.
Το τελευταίο διάστημα, οι Goldman Sachs, Bank of America Securities, Morgan Stanley, Jefferies, Citigroup, JP Morgan και HSBC έχουν εκφράσει απόψεις που κυμαίνονται από πολύ θετικές μέχρι -στη χειρότερη περίπτωση- ουδέτερες για τις εγχώριες αξίες. Ας τις δούμε αναλυτικά:
Οι επιφυλακτικοί
Η αμερικανική επενδυτική τράπεζα Goldman Sachs δεν διακρίνει ισχυρά περιθώρια ανόδου στην αγορά για τον βασικό εγχώριο βασικό χρηματιστηριακό δείκτη και η τιμή-στόχος που προτείνει είναι οι 830 μονάδες έναντι των περίπου 800 τώρα στο ταμπλό του Χ.Α., γεγονός που υποδηλώνει μικρό περιθώριο ανόδου για τις ελληνικές μετοχικές αξίες συνολικά έως το τέλος του έτους. Η εγχώρια αγορά και ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου Αθηνών αποτιμώνται με 13,2 φορές σε όρους πολλαπλασιαστή κερδών (P/E), 2,9 φορές σε όρους λογιστικής αξίας (P/BV) και με μερισματική απόδοση ιδιαίτερα υψηλή, της τάξεως του 6,4%. Η Goldman Sachs εκτιμά ότι τα κέρδη των ελληνικών εισηγμένων το 2020 θα μειωθούν κατά 10%, αλλά φέτος θα αυξηθούν κατά 48,3%.
Η αμερικανική Bank of America Securities τοποθετεί στις τελευταίες θέσεις την εγχώρια αγορά μετοχών μεταξύ 12 αναδυόμενων αγορών. Η Ελλάδα τοποθετείται καλύτερα σε όρους τρεχουσών αποτιμήσεων και αρκετά καλύτερα σε όρους τοποθετήσεων των θεσμικών διαχειριστών κεφαλαίων, ενώ παραμένει χαμηλά σε σχέση με τις ιστορικές αποτιμήσεις της αγοράς, πολύ χαμηλά σε όρους αύξησης των κερδών, σε σχέση τιμής και momentum κερδών, ενώ το στοιχείο για το οποίο πραγματικά ξεχωρίζει θετικά η αγορά είναι σε όρους μερισματικών αποδόσεων, όπως εξηγεί η ΒofA Securities.
Το στοιχείο με μεγάλη σημασία από τις εκτιμήσεις της BofA Securities είναι ότι οι διαχειριστές κεφαλαίων για τις αναδυόμενες αγορές (Global Emerging Markets Funds - GEM Funds) είναι ήδη περισσότερο «εκτεθειμένοι» σε εγχώριες μετοχές και την αγορά, όπως αυτό εξάγεται από τα ποσοστά τους και τις τοποθετήσεις τους. Η Ελλάδα έχει ποσοστό συμμετοχής στον δείκτη MSCI Emerging Markets (MSCI EM) 0,13% και το τρέχον ποσοστό συμμετοχής των GEM Funds, βάσει της EPFR, είναι ήδη στο 0,14%, αυξημένο σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα και πολύ υψηλότερα από το μέσο τα τελευταία έτη.
Οι θετικοί
Η αμερικανική Jefferies παραμένει άκρως θετική για τις ελληνικές μετοχές και το επενδυτικό story της χώρας και θεωρεί ότι η Ελλάδα έχει ίσως το υψηλότερο περιθώριο θετικής μεταβολής, αν πετύχουν οι εμβολιασμοί και ανοίξουν εκ νέου οι ευρωπαϊκές οικονομίες. Οι δείκτες κινδύνου της Jefferies στην Ελλάδα έχουν υποχωρήσει σημαντικά, ενώ η τεχνική εικόνα της αγοράς είναι ουδέτερη. Οι αναθεωρήσεις κερδών έχουν αυξηθεί και το ασφάλιστρο κινδύνου των μετοχών φαίνεται αρκετά αυξημένο σε σχέση με το ιστορικό του επίπεδο.
Η ελληνική αγορά μετοχών δεν είναι ακριβή, οι επενδυτές έχουν ρευστοποιήσει τις θέσεις τους τους τελευταίους 18 μήνες και η Jefferies συμπεραίνει ότι οι μετοχές διαπραγματεύονται με forward δείκτη P/E 9,9 φορές, forward P/B 0,6 φορές, forward D/Y 5,1% και forward ROE 6,3%. Ένα άλλο κομμάτι των θετικών ειδήσεων είναι ότι οι αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων σε σχέση με τα γερμανικά ομόλογα (Bunds) έχουν μειωθεί κοντά στα χαμηλά μετά την κρίση.
Η Morgan Stanley θέτει την Ελλάδα ανάμεσα στις πιο overweight αγορές της αναφορικά με την ανάκαμψη της οικονομίας και του τουρισμού, μετά το εμβόλιο έναντι του κορωνοϊού. Η σύσταση overweight για τις ελληνικές μετοχές βλέπει περιθώρια ανόδου που κυμαίνονται στο 27% και, σύμφωνα με την αμερικανική επενδυτική τράπεζα, η βελτίωση στην εγχώρια αγορά θα έχει καύσιμο το Ταμείο Ανάκαμψης, καθώς και την ισχυρή αντίδραση του τουρισμού. Όπως σημειώνει, η ελληνική αγορά ανήκει στην κατηγορία που προσφέρει έκθεση σε κυκλικές μετοχές και μετοχές αξίας, οι οποίες και θα επωφεληθούν περισσότερο από το re-rating που προβλέπει ότι θα σημειωθεί. Υποθέτοντας ότι ένα εμβόλιο είναι διαθέσιμο στο δεύτερο με τρίτο τρίμηνο του 2021, η χώρα θα πρέπει να δει μια έντονη ανάκαμψη της οικονομίας της σε σχήμα V.
Οι ουδέτεροι
Η αμερικανική τράπεζα Citigroup, αν και τοποθετεί σε ιδιαίτερα ελκυστικά επίπεδα τις εγχώριες αξίες σε σχέση με τις αναδυόμενες αγορές, παραμένει ουδέτερη. Βάσει των εκτιμήσεων της Citigroup, οι εγχώριες μετοχές του δείκτη MSCI Greece σημείωσαν πτώση 15% στα κέρδη ανά μετοχή πέρσι, αλλά θα πετύχουν ισχυρή ανάπτυξη φέτος, της τάξεως του 33,8%.
Η αποτίμηση των εγχώριων μετοχών είναι αρκετά χαμηλότερη από τις μετοχές των αναδυόμενων αγορών, με 15,3 φορές τα κέρδη ανά μετοχή το 2020 και 11,5 φορές το 2021. Το ισχυρό όπλο για τις εγχώριες μετοχές είναι η προσδοκώμενη μερισματική απόδοση του δείκτη MSCI Greece και ο κυκλικά αναπροσαρμοσμένος δείκτης P/E. Με επιδόσεις 5,8% και 6,7 φορές για φέτος, ο δείκτης MSCI Greece τοποθετείται στις υψηλότερες και ελκυστικότερες θέσεις της αμερικανικής τράπεζας.
Η HSBC επίσης διατηρεί την ουδέτερη σύστασή της για τις εγχώριες μετοχές, αφού ο πυρήνας της ελληνικής αγοράς μετοχών παραμένει ο τραπεζικός τομέας και τα ζητήματα πιστωτικής ποιότητας συνεχίζουν να βαραίνουν. Έτσι, εστιάζει σε μετοχές με ισχυρούς ισολογισμούς και εκτιμά ότι η εγχώρια αγορά κινείται υψηλότερα σε σχέση με τις άλλες αγορές. Η HSBC εξηγεί ότι αξιολογεί τις ελληνικές μετοχές «ουδέτερα» εξαιτίας του εύθραυστου τραπεζικού τομέα, στον οποίο απαιτείται βελτίωση στην ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων για την απελευθέρωση της αξίας στον τομέα και αυτό με τη σειρά του εξαρτάται από την προσωρινή οικονομική ανάκαμψη που σημειώθηκε κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους.
H αμερικανική επενδυτική τράπεζα JP Morgan αλλάζει σε ουδέτερη (θετικότερη) τη σύστασή της για την Ελλάδα αφού φαίνεται ότι η αποτίμηση της εγχώριας αγοράς σε όρους πολλαπλασιαστή κερδοφορίας των επόμενων μηνών (forward P/E) είναι χαμηλότερη από τον μέσο όρο της τελευταίας δεκαετίας και πενταετίας.
Η νέα άποψη της JP Morgan αποτελεί σημαντική στροφή στις εκτιμήσεις του αμερικανικού οίκου, ο οποίος πρόσφατα τοποθετούσε τις αποτιμήσεις των εγχώριων μετοχών σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα. Για την ακρίβεια, ο δείκτης P/E forward εκτιμάται σε 12,2 φορές έναντι 16,3 φορές και 18,1 φορές για τις περιόδους των δέκα και των πέντε ετών, αντίστοιχα. Το discount των εγχώριων μετοχών, όπως το υπολογίζει η JP Morgan σε σχέση με τους μέσους όρους της αγοράς, είναι 25% και 32% για τη 10ετία και την 5ετία, αντίστοιχα. Ειδικά για τις τράπεζες, η JP Morgan επαναδιατυπώνει τις θετικές της συστάσεις για τις εγχώριες μετοχές στις ελληνικές τράπεζες, με γνώμονα το τέλος του 2021. Οι συστάσεις είναι υπεραπόδοση (overweight) για τις Alpha Bank, Εurobank και Εθνική Τράπεζα. Αντίθετα, για την Τράπεζα Πειραιώς η σύσταση είναι ουδέτερη.