Που ποντάρουν τώρα οι «ταύροι» στο ελληνικό χρηματιστήριο
Τα στοιχεία που ενισχύουν την αισιοδοξία για τη μακροπρόθεσμη πορεία της ελληνικής αγοράς. Η βελτίωση του κλίματος διεθνώς, το σήμα από τα ομόλογα και τα εταιρικά αποτελέσματα. Πόσο φθηνές είναι τώρα οι ελληνικές μετοχές.
Το Χρηματιστήριο της Αθήνας επέστρεψε στις 850 μονάδες και μοιάζει να αφομοιώνει τόσο τις ευρύτερες, όσο και τις στενά επιχειρηματικές εξελίξεις. Γενικά, η αγορά δείχνει μάλλον ανοσία στις αρνητικές ειδήσεις και επιδεικνύει στάση… ψύχραιμης αναμονής.
Παράλληλα, όμως, αυξάνεται ο αριθμός των (έστω και συγκρατημένα) αισιόδοξων για την πορεία του Χρηματιστηρίου καθώς πολλά στοιχεία δείχνουν ότι σε χρονικό ορίζοντα 2-3 ετών η ελληνική αγορά μπορεί να δώσει υψηλές αποδόσεις. Παρότι, λοιπόν, τα ανοιχτά μέτωπα είναι πολλά και οι κίνδυνοι παρόντες, δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει και να μην αξιολογήσει αυτά τα μικρά δεδομένα πριν πάρει τις όποιες επενδυτικές αποφάσεις του.
Μετά από το κλίμα απογοήτευσης του περασμένου καλοκαιριού ή της αμφισβήτησης του φετινού Φεβρουαρίου, οι περισσότεροι πλέον αναλυτές εκτιμούν ότι -με την προϋπόθεση πως δεν θα δούμε κάποια νέα αρνητική έκπληξη από το μέτωπο της πανδημίας- έχουμε μπροστά μας έναν ανοδικό χρηματιστηριακό κύκλο δύο ή τριών ετών, ο οποίος μπορεί να διακόπτεται ενδεχομένως από ενδιάμεσες διορθώσεις.
«Οι αβεβαιότητες, βέβαια, δεν έχουν εκλείψει, ωστόσο το ανοδικό μεσομακροπρόθεσμο σενάριο φαίνεται να κερδίζει οπαδούς μεταξύ των αναλυτών και των διαχειριστών, οι οποίοι ωστόσο επιμένουν πως οι επενδυτές θα πρέπει να είναι προσεκτικοί τόσο στην επιλογή μετοχών, όσο και στην αποφυγή ακροτήτων», δηλώνει διευθύνων σύμβουλος γνωστής ΑΕΔΑΚ.
Βασικά συστατικά του σεναρίου στο οποίο στηρίζονται οι θετικές προσδοκίες είναι τα παρακάτω:
- Σταδιακή ομαλοποίηση της υγειονομικής κατάστασης από τον Μάιο και μετά.
- Επαρκής διαχείριση του προβλήματος του μεγάλου διεθνούς χρέους από τις κεντρικές τράπεζες και τις κυβερνήσεις, προκειμένου να αποφευχθούν σοβαρά προβλήματα στο ορατό μέλλον.
- Μεγάλες εισροές κοινοτικών κονδυλίων στην Ελλάδα, αρχής γενομένης από το 2021.
- Θετικός επηρεασμός της ζήτησης λόγω της μεγάλης αύξησης των καταθέσεων κατά τη διάρκεια της πανδημίας τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο εξωτερικό.
- Ταχεία αποκλιμάκωση του ποσοστού των μη εξυπηρετούμενων τραπεζικών δανείων.
- Δεκάδες εισηγμένες εταιρείες στο ΧΑ που διαθέτουν ισχυρά οικονομικά δεδομένα και ικανοποιητικές προοπτικές, διαπραγματεύονται με ελκυστικούς δείκτες, μακριά από τις ενδεχόμενες υπερβολές άλλων μετοχών στο εξωτερικό.
Βελτιωμένη ψυχολογία επειδή…
Γιατί όμως η επενδυτική ψυχολογία στο Χρηματιστήριο της Αθήνας έχει βελτιωθεί κατά τον τελευταίο μήνα;
Πρώτα απ’ όλα, γιατί έχουν διασκεδαστεί πολλοί από τους φόβους του παρελθόντος. Για παράδειγμα, ο φόβος για μεγάλη ύφεση στη διεθνή οικονομία έχει υποχωρήσει για τα καλά, ενώ όσοι προειδοποιούσαν για «σπάσιμο της χρηματιστηριακής φούσκας» στις ΗΠΑ (και κατ’ επέκταση σε όλες τις κεφαλαιαγορές) μετά τις αμερικανικές εκλογές δεν έχουν επιβεβαιωθεί μέχρι σήμερα. Έτσι, από την αρχή του έτους έως και την 23η Μαρτίου, ο S&P 500 κέρδιζε 4,91%, ο Stoxx Europe 600 6,3%, o γερμανικός DAX 6,84% και ο δικός μας Γενικός Δείκτης 2,85%.
Το ζήτημα βέβαια του τεράστιου χρέους που ενισχύθηκε μέσα στην πανδημία, συνεχίζει να προβληματίζει έντονα τους αναλυτές και τους οικονομολόγους, ωστόσο οι κεντρικοί τραπεζίτες φαίνεται πως είναι σε θέση να το μεταθέσουν χρονικά χωρίς να προκαλέσουν δυσεπίλυτα προβλήματα στο ορατό μέλλον.
Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, οι οικονομικές προσδοκίες εν μέσω τρίτου κύματος πανδημίας είναι ισχυρές. Σύμφωνα με την έρευνα μεταξύ διευθυνόντων συμβούλων από την PwC ένα χρόνο μετά την εκδήλωση της πανδημίας, η αισιοδοξία για την οικονομική ανάπτυξη βρίσκεται σε επίπεδα-ρεκόρ, με το 76% των CEO παγκοσμίως να προβλέπει βελτίωση της οικονομικής πορείας. Ταυτόχρονα, ο Τζο Μπάιντεν εξετάζει το ενδεχόμενο πρόσθετης δημοσιονομικής στήριξης 3 τρισ. δολαρίων για την οικονομία των ΗΠΑ (η οποία αναμένεται να περιλαμβάνει και δαπάνες για υποδομές).
Στην Ευρώπη, οι φόβοι για μια σημαντική άνοδο των επιτοκίων υποχώρησαν (κατόπιν και της στάσης που επέδειξε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα), ενώ σε όσες χώρες αποκλιμακώνονται τα περιοριστικά μέτρα για την πανδημία (π.χ. βλέπε Ισραήλ) παρατηρείται έξαρση της ζήτησης.
Συνολικότερα, υπάρχει η βάσιμη προσδοκία ότι μεγάλο τμήμα των αυξημένων καταθέσεων που δημιουργήθηκαν διεθνώς εν μέσω πανδημίας, θα πέσει στην αγορά, με πολλούς επιχειρηματικούς κλάδους να διαγκωνίζονται για το ποιος θα απορροφήσει ένα σημαντικό κομμάτι αυτών των πολύ μεγάλων ποσών. Στην Ελλάδα, η αύξηση των τραπεζικών καταθέσεων των νοικοκυριών κατά τη διάρκεια της πανδημίας ανέρχεται στα 11 δισ. ευρώ, όταν το αντίστοιχο ποσό στην Ευρώπη κυμαίνεται γύρω στα 500 δισ. ευρώ και στις ΗΠΑ ξεπέρασε το 1 τρισ. δολάρια! Υπάρχουν προγραμματισμένες αγορές νοικοκυριών που αναβλήθηκαν λόγω της πανδημίας και τώρα είναι πολύ πιθανόν αρκετές από αυτές να πραγματοποιηθούν μέσα από τις αποταμιεύσεις που συσσωρεύθηκαν.
Η οικονομία και οι εταιρείες
Ειδικότερα τώρα για την Ελλάδα, το 2021 ξεκίνησε με αυξημένες εξαγωγές και με ανοδικές προσδοκίες για σημαντικούς κλάδους της οικονομίας όπως η πληροφορική, οι κατασκευές και γενικότερα οι δραστηριότητες που συνδέονται με την οικοδομή και τις επενδύσεις. Η ολοκλήρωση του προηγούμενου ΕΣΠΑ μέσα στη διετία 2021-2022, τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης, καθώς και το ξεμπλοκάρισμα μεγάλων ιδιωτικών projects (π.χ. Ελληνικό) αναμένεται να λειτουργήσουν προς την ίδια κατεύθυνση στο μέλλον.
Σ’ αυτό το περιβάλλον, θετικά είναι τα μηνύματα που λαμβάνουν οι επενδυτές του Χ.Α. και από τη δημοσίευση των ετήσιων οικονομικών αποτελεσμάτων των εισηγμένων εταιρειών. Όπως προκύπτει, οι περισσότερες εταιρείες τα πήγαν πολύ καλύτερα του αναμενομένου κατά το τελευταίο τρίμηνο του 2020 και πολλές εξ αυτών έχουν καταφέρει κατά το πρώτο φετινό τρίμηνο να σημειώνουν επιδόσεις αντίστοιχες με τις περσινές, παρά το γεγονός ότι το πρώτο δίμηνο της περασμένης χρονιάς δεν είχε επηρεαστεί από την πανδημία. Όπως όλα δείχνουν, οι εταιρείες αυτές θα σημειώσουν σημαντική άνοδο στα αποτελέσματα του φετινού πρώτου εξαμήνου, καθώς το δεύτερο τρίμηνο του 2020 ήταν συγκυριακά ιδιαίτερα αδύναμο.
Σύμφωνα με τους αναλυτές, οι εισηγμένες έχουν κατά κανόνα πολύ λογικούς δείκτες P/E, ιδίως αν συνεκτιμηθεί ότι πέρασαν μια συγκυριακά αρνητική χρονιά λόγω της πανδημίας, ή επίσης ελκυστικούς δείκτες μερισματικής απόδοσης αν συνεκτιμηθεί πως τα επιτόκια εταιρικών επταετών ομολογιακών εκδόσεων έχουν υποχωρήσει κάτω από το 2% (βλέπε π.χ. περιπτώσεις ΟΠΑΠ και Motor Oil). «Μπορεί ένας δείκτης P/E της τάξεως του 20 να θεωρείται απαιτητικός σε ένα περιβάλλον επιτοκίων του 3% και του 4%, όχι όμως σε μια περίοδο όπου τα επιτόκια βρίσκονται στο μηδέν και δεν αναμένεται να σηκώσουν κεφάλι στο ορατό μέλλον», υποστηρίζει γνωστός αναλυτής.
Ενδεικτικά αναφέρονται (με βάση το κλείσιμο τιμών της 23ης Μαρτίου και τις οικονομικές επιδόσεις του 2020) οι περιπτώσεις των μετοχών: Mytilineos (P/E 14,8, μερισματική απόδοση 2,7%), ΟΤΕ (P/E 17, μερισματική απόδοση 5,1%), Τιτάν (μερισματική απόδοση 2,7%), Cenergy (P/E 18,7 που γίνεται μικρότερο αν ο δείκτης υπολογιστεί με βάση τα προσαρμοσμένα αποτελέσματα), Autohellas (P/E 18,2, μερισματική απόδοση 3,57%), Γενική Εμπορίου (P/E 20,5, μερισματική απόδοση 4,1%), Παπουτσάνης (P/E 16, μερισματική απόδοση 2,21%), Πετρόπουλος (P/E 12,3), Epsilon Net (P/E 19, χωρίς τη συνεκτίμηση όλων των κερδών).
Οι προκλήσεις
Παρά τις ανοδικές προσδοκίες, κανείς δεν υποτιμά τις υπάρχουσες προκλήσεις. Για παράδειγμα, αρκετές είναι οι εισηγμένες εταιρείες που καλούνται να προχωρήσουν σε προγράμματα αναδιοργάνωσης-ανασυγκρότησης (μεταξύ των οποίων οι τράπεζες, ο όμιλος ΕΛΛΑΚΤΩΡ, η Αεροπορία Αιγαίου και άλλες εισηγμένες που επλήγησαν από την πανδημία).
Οι φετινές προσδοκίες για τον εισερχόμενο τουρισμό είναι μεν ανοδικές σε σχέση με πέρυσι, με τις εταιρείες του κλάδου ωστόσο να δηλώνουν ότι θα είναι ικανοποιημένες αν τα έσοδά τους προσεγγίσουν το 50% των αντίστοιχων του 2019. Γενικότερα, υπάρχει ένα ζήτημα για το κατά πόσο θα στηριχτεί από την πολιτεία το κομμάτι εκείνο της οικονομίας που επλήγη δραστικά από την πανδημία. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, θετικά στις δύσκολη συγκυρία επιδρά η υψηλή διεθνής ρευστότητα και το περιβάλλον των μηδενικών επιτοκίων, σε συνδυασμό με τις αντοχές που έχει επιδείξει η εγχώρια αγορά ακινήτων κατά τη διάρκεια της πανδημίας.