Οι αγορές και τα τρία «ουκρανικά» σενάρια
Τι φοβούνται οι αναλυτές και τι διδάσκει η ιστορία για την αντίδραση των χρηματιστηρίων σε σημαντικές γεωπολιτικές εξελίξεις. Πώς θα αντιδράσουν μετοχές, ομόλογα και εμπορεύματα ανάλογα με τις εξελίξεις που θα ακολουθήσουν.
Η γεωπολιτική κρίση στην Ουκρανία έχει τροφοδοτήσει τη μεταβλητότητα στις χρηματοπιστωτικές αγορές ακόμη περισσότερο, καθώς δεν υπάρχει τρόπος για τους επενδυτές να επαληθεύσουν ή να ποσοτικοποιήσουν το μέγεθος της ανοιχτής σύγκρουσης. Οι πιο αισιόδοξοι ποντάρουν σε εξομάλυνση, αλλά κανείς δεν μπορεί να προδιαγράψει τις εξελίξεις με βεβαιότητα.
Οι ανησυχίες για μια πιθανή ρωσική εισβολή στην Ουκρανία τροφοδοτούν την αδυναμία των μετοχών βραχυπρόθεσμα, αλλά η πλειονότητα των αναλυτών, επικαλούμενοι την ιστορία, εκτιμά ότι οι περισσότερες επιπτώσεις στην αμερικανική αγορά θα είναι βραχύβιες. Με τον δείκτη S&P 500 να έχει ξεκινήσει άσχημα τη νέα χρονιά (υποχωρεί πάνω από 7% από την αρχή του έτους) και τις αποδόσεις των ομολόγων να εκτοξεύονται, οι ανησυχίες σχετικά με μια στροφή της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ προς την καταπολέμηση της ραγδαίας αύξησης των τιμών καταναλωτή θα παραμείνουν στο προσκήνιο φέτος, ακόμη κι αν οι γεωπολιτικές εξελίξεις θα μπορούσαν να ταρακουνήσουν τις αγορές βραχυπρόθεσμα.
Οι περισσότεροι αναλυτές, δηλαδή, εκτιμούν ότι οι αγορές μετοχών κινδυνεύουν περισσότερο από τις επιπτώσεις της ανόδου του πληθωρισμού, παρά από μια πιθανή εισβολή στην Ουκρανία.
Η Truist Advisory Services εξέτασε 12 ιστορικά γεγονότα, μεταξύ των οποίων ο πόλεμος στο Ιράκ το 2003, η κρίση των ομήρων στο Ιράν το 1979 και η κρίση των πυραύλων της Κούβας το 1962. Ο S&P 500 ήταν υψηλότερα ένα χρόνο μετά από αυτά τα γεγονότα σε εννέα από τις δώδεκα φορές, με μέσο κέρδος 8,6% - ίσως δεν αποτελεί έκπληξη για έναν δείκτη που έχει κερδίσει περίπου 4.000% από το 1980.
Οι πιθανότητες
Οι στρατηγικοί αναλυτές επικεντρώνονται κυρίως σε τρία σενάρια:
- Το πρώτο σενάριο αφορά την πιθανότητα της εισβολής και της ανοικτής σύγκρουσης: Σε περίπτωση ένοπλης σύρραξης, οι στρατηγικοί αναλυτές της Wall Street αναμένουν έντονη αύξηση της μεταβλητότητας των χρηματοπιστωτικών αγορών σε σχέση με τα τρέχοντα επίπεδα. Οι παγκόσμιες μετοχικές αγορές θα μπορούσαν να υποχωρήσουν πιο έντονα, δηλαδή περισσότερο από 10%. Οι ευρωπαϊκές αγορές μετοχών και ομολόγων θα υποαποδώσουν. Τα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία θα υποστούν πολύ απότομες πωλήσεις σε όλα τα επίπεδα και οι τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου θα μπορούσαν να ανατιμηθούν σημαντικά. Τα μακροπρόθεσμα κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ θα σημείωναν ράλι και οι καμπύλες αποδόσεων θα γίνονταν πιο επίπεδες, ενώ οι πραγματικές αποδόσεις θα μειώνονταν και οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό θα αυξάνονταν. Το αμερικανικό δολάριο, το ελβετικό φράγκο και το γιαπωνέζικο γεν θα ανατιμούνταν. Όσον αφορά τις συνέπειες για την παγκόσμια οικονομία, σε αυτό το σενάριο θα είχαμε ένα στασιμοπληθωριστικό σοκ (χαμηλότερη ανάπτυξη και υψηλότερο πληθωρισμό παντού) σε συνδυασμό με σημαντικά αυξημένη αποστροφή του κινδύνου (risk aversion) μεταξύ των επενδυτών. Οι κεντρικές τράπεζες θα αύξαναν τα επιτόκια κατά λιγότερο από ό,τι έχει τιμολογηθεί ήδη για να αποτρέψουν την υπερβολική στενότητα των χρηματοπιστωτικών συνθηκών.
- Το δεύτερο σενάριο είναι αυτό που οι αναλυτές ονομάζουν «επίμονο μπρα ντε φέρ»: Σε αυτό το σενάριο, οι αναλυτές βλέπουν περιορισμένες επιθέσεις και συγκρούσεις στα ρωσο-ουκρανικά σύνορα, με τη μεταβλητότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών να αυξάνεται μετρίως σε σχέση με τα τρέχοντα επίπεδα. Το κλίμα αίσθησης του κινδύνου θα διατηρηθεί και οι χρηματιστηριακές αγορές θα μπορούσαν να χάσουν άλλο ένα 5% ή και περισσότερο, με τις ευρωπαϊκές αγορές να υποαποδίδουν. Τα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία θα αντιμετώπιζαν έντονο sell-off (μετοχές, ομόλογα και ρούβλι). Το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο θα έβλεπαν τις τιμές τους να αυξάνονταν περαιτέρω. Οι πραγματικές και ονομαστικές αποδόσεις των ομολόγων των ΗΠΑ θα συνέχιζαν να αυξάνονται, καθώς η Fed θα επιμείνει στο σχέδιο επιτάχυνσης της αύξησης των επιτοκίων της. Θα μπορούσαμε να δούμε μια ανανεωμένη απότομη κλίση στην καμπύλη των αποδόσεων και αυτό το αποτέλεσμα θα ήταν ουδέτερο για την ανάπτυξη των ΗΠΑ και ελαφρώς αρνητικό για την ευρωπαϊκή ανάπτυξη. Σε αυτό το σενάριο, οι κεντρικές τράπεζες θα επιμείνουν σε γενικές γραμμές στα σχέδια σύσφιξης της νομισματικής τους πολιτικής.
- Το τρίτο σενάριο είναι αυτό που ονομάζουν «λύση με διαπραγμάτευση»: Σε περίπτωση που βρεθεί λύση με διαπραγμάτευση, η μεταβλητότητα των αγορών θα μειωνόταν γρήγορα και η διάθεση ανάληψης κινδύνου θα αυξανόταν. Οι αγορές μετοχών και ομολόγων θα ανέβαιναν, μαζί με τα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία (μετοχές, πιστώσεις και ρούβλι) και τις ευρωπαϊκές μετοχικές αγορές. Οι πραγματικές αποδόσεις των ΗΠΑ θα αυξάνονταν, ενώ οι τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου θα μειώνονταν. Το αποτέλεσμα αυτό θα ήταν θετικό για την οικονομική ανάπτυξη και θα βοηθούσε τα ευρωπαϊκά ποσοστά πληθωρισμού να ομαλοποιηθούν, επιτρέποντας την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να διατηρήσει τα επιτόκια αμετάβλητα μέχρι το δεύτερο εξάμηνο του έτους. Τέλος, επισημαίνεται ότι, ενώ ένα σενάριο αποκλιμάκωσης θα προσέφερε δυνατότητες για ανάκαμψη στις χρηματοπιστωτικές αγορές, η πορεία που θα οδηγούσε σε μια τέτοια αποκλιμάκωση θα μπορούσε να πάρει αρκετό χρόνο για να ξεδιπλωθεί. Ενδιάμεσα θα συνεχίζονταν η μεταβλητότητα και τα υψηλότερα ασφάλιστρα κινδύνου.